Δεμένη Κόκκινη Κλωστή από την Κινηματογραφική λέσχη Καστοριάς

Την ταινία Δεμένη Κόκκινη Κλωστή προβάλει την Πέμπτη 21 Ιανουαρίου η Κινηματογραφική λέσχη Καστοριάς.
Στην υπόθεση, το 1945 σε ένα ορεινό ελληνικό χωριό ομάδες παρακρατικών τρομοκρατούν και δολοφονούν τους αριστερούς που δεν έχουν δηλώσει υποταγή. Ένας από αυτούς, ο νεαρός Λάμπρος, θα αναγκαστεί να βγει στο βουνό και, για να προστατέψει την οικογένειά του, θα ανοίξει ακόμη έναν κύκλο αίματος.

Δεμένη κόκκινη κλωστήΗ Δεμένη Κόκκινη Κλωστή, είναι η δεύτερη ταινία μυθοπλασίας του Κώστα Χαραλάμπους που αποδεικνύεται ότι έχει γνώση, αίσθηση και ικανότητα όσο λίγοι στην Ελλάδα να κάνει κινηματογράφο. Ο τίτλος της ταινίαςσυνιστά έννοια διττή. Δανείζεται την έκφραση με την οποία οι λαϊκοί παραμυθάδες «αρχινούσαν την αφήγησή τους» καθώς επίσης και το συμβολισμό του «κόκκινου» της κλωστής, που ως «γραμμή αίματος συνδέει τις αρχέγονες ιστορίες της γης». Αίμα σημαίνει βία και «αρχέγονες ιστορίες» σημαίνει πρωτόγονες, καθυστερημένες. Σύμφωνα δε με το λεξικό του Μπαμπινιώτη, αντιθετική έννοια στο πρωτόγονο και καθυστερημένο, αναφέρεται το εξελιγμένο, το πολιτισμένο. Σε αυτό το σημείο υπεισέρχεται η ερμηνεία, που, σαν μεταγλώσσα που είναι, βασίζεται στα δεδομένα της κινηματογραφικής εν προκειμένω γλώσσας που βρίσκεται ήδη εγγεγραμμένη στο σελουλόιντ. Οι διαδικασίες ερμηνείας απορρέουν και επιστρέφουν στο πρωτογενές κείμενο, σύμφωνα με τη μέθοδο «top-down» και «bottom-up» που προτάσσει ως καταλληλότερη ο γνωστός θεωρητικός David Bordwell.

Από τα παραπάνω συνοψίζεται ότι η ταινία μυθοπλασίας πραγματεύεται ένα μύθο πλασμένο αυθαίρετα, κατά βούληση και επιλογή του δημιουργού της ταινίας. Στην εν λόγω ταινία, ο μύθος έχει περιεχόμενο το αίμα από τη βία που πηγάζει από τις πρωτόγονες και καθυστερημένες ιστορίες, σαν κι αυτή του εμφύλιου. Ας συμφωνήσουμε ακόμα στο ότι η ταινία και φτιάχτηκε σήμερα (αυτό σημαίνει στη δίνη πρωτόγνωρης επίθεσης στα εργασιακά και λαϊκά δικαιώματα και δεν νοείται «καλλιτέχνης» να μη λαμβάνει σοβαρά υπόψη τον παλμό της εποχής) και μιλά για το σήμερα (μέσα από μεταφορές και αναγωγές – διότι αλίμονο, αν δεν μιλούσε, δεν επικοινωνούσε και δεν κοινωνούσε μηνύματα στο σήμερα, δεν θα είχε κανένα λόγο ύπαρξης!).

Πολύ συνοπτικά, λοιπόν, η ιστορία τοποθετείται χρονικά στα τέλη του 1945 – μετά τη Βάρκιζα, σε ένα χωριουδάκι της Στερεάς. Η επιλογή του χώρου συνεπάγεται περιορισμούς που ισχναίνουν επικίνδυνα το θέμα, το αποφλοιώνουν αναγκαστικά από το ιδεολογικοπολιτικό στίγμα, αφήνοντας ξεγυμνωμένη μόνο τη βία και το αίμα. Η ταινία έτσι υποβιβάζεται σε μια περιπέτεια δράσης, με τον εμφύλιο σαν δελεαστικό σκηνογραφικά φόντο ή μάλλον, ακόμα χειρότερα σαν σπετσάτο, εκείνα τα πελώρια ζωγραφισμένα σε μουσαμά σκηνικά. Τότε αρχίζεις σοβαρά να αναρωτιέσαι για το τι θέλει να πει ο σκηνοθέτης μ’ αυτήν την ταινία … και συνειδητοποιείς ότι η γεύση που μένει τελικά στο στόμα είναι ο φόβος μπροστά σ’ αυτήν την υπέρμετρη βία και το «κονσερβοκούτι» των κομμουνιστών. Στυγνή βία, ωμή, τρομαχτική και από τις δύο πλευρές, αδιακρίτως ποιος είχε δίκιο όταν αυτό το πανηγύρι άρχισε. Τώρα και οι δύο φταίνε για το σκοτωμό…

Παίζουν: Θάνος Σαμαράς, Τάσος Νούσιας, Στεφανία Γουλιώτη, Εφη Γούση, Βασίλης Χρηστίδης, Ντίνα Μιχαηλίδου, κ.ά.

Παραγωγή: Ελλάδα (2011).

Leave a Reply

Your email address will not be published.