Άρθρο του Νίκου Μωραϊτάκη, συνιδρυτή και CEO της Workable για την έντυπη έκδοση της “Καθημερινής”.
Οι δυσκολίες που περνάει η χώρα τα τελευταία χρόνια έχουν διατυπωθεί και συζητηθεί με όρους κυρίως οικονομικούς. Η σημαντικότερη όμως αδυναμία που ανέδειξε η κρίση δεν είναι οικονομική. Περισσότερο από το δημοσιονομικό χρέος, ανησυχώ για την αδυναμία μας να προσαρμοστούμε σε τεχνολογικές εξελίξεις που έρχονται γρήγορα και θα επιβάλλουν αλλαγές πολιτικής πολύ πιο δραστικές από αυτές που δεν μπορέσαμε καν να συζητήσουμε στα χρόνια της κρίσης.
Η τεχνητή νοημοσύνη και οι εφαρμογές της ρομποτικής φαίνεται ότι θα αντικαταστήσουν μεγάλο μέρος της ανθρώπινης εργασίας μέσα στην επόμενη δεκαετία – είναι μάλλον αναπόφευκτο. Εκατομμύρια άνθρωποι θα χάσουν τη δουλειά τους. Το αισιόδοξο σενάριο είναι ότι η αγορά θα δημιουργήσει νέες ανάγκες, για νέες δουλειές. Ακόμα κι έτσι, αυτό μάλλον θα γίνει σε χώρες με ευέλικτες οικονομίες, ανοιχτές στις επενδύσεις και με κυβερνήσεις που θα αλλάξουν γρήγορα τις πολιτικές και τα κανονιστικά πλαίσια ώστε να δημιουργηθούν εντελώς νέοι κλάδοι. Εμείς, και χωρίς ρομπότ, έχουμε εκατομμύρια ανέργους και ακόμα δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε σε κάποιες μεταρρυθμίσεις για να έρθουν επενδύσεις και να φτιαχτούν νέες θέσεις εργασίας. Με χρέος ή χωρίς, αυτό το πρόβλημα θα χρειαστεί να το λύσουμε και για τη δυστοκία μας δεν φταίει κανένα μνημόνιο.
Σε κάποιες χώρες συζητούν για ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα. Η ιδέα είναι ότι αν η τεχνολογία εξαλείψει την ανάγκη για εργασία, η υπερπαραγωγικότητα που θα δημιουργήσει θα αποφέρει φόρους στο κράτος που με τη σειρά του θα δίνει ένα εισόδημα σε όλους είτε δουλεύουν είτε όχι.
Ενα άλλο σενάριο είναι ότι δεν θα χρειαστεί εγγυημένο εισόδημα. Το κόστος παραγωγής των περισσότερων αγαθών και υπηρεσιών θα πέσει κατακόρυφα, θα ζήσουμε σε μία κοινωνία με εξαιρετική αφθονία όπου τα πάντα θα μας τα παρέχει δωρεάν –ή σχεδόν δωρεάν– μία νέα αυτοματοποιημένη βιομηχανία. Σε κάθε περίπτωση, αυτό προϋποθέτει να υπάρχουν ισχυρές βιομηχανίες που θα εκμεταλλευτούν την τεχνολογία για να γίνουν υπερπαραγωγικές και ένα κράτος που θα βρει εντελώς καινούργιους μηχανισμούς δίκαιης φορολογίας και αναδιανομής αγαθών ή εισοδήματος. Και θα έχει και αποταμιεύσεις για να χρηματοδοτήσει τη μεταβατική περίοδο. Καλή μας τύχη.
Το όχι και τόσο αισιόδοξο σενάριο είναι ότι κάποιες κοινωνίες, ή κάποιες κοινωνικές τάξεις, θα επωφεληθούν από αυτές τις αλλαγές –γιατί θα έχουν την πρόνοια, την τεχνολογία και την προσαρμοστικότητα να βγουν κερδισμένες– και οι υπόλοιποι θα γίνουν ο νέος τρίτος κόσμος. Εκατομμύρια άνθρωποι που απολάμβαναν ένα βασικό κοινωνικό κράτος επειδή ο καπιταλισμός είχε ανάγκη την εργασία τους, θα αφεθούν στην εξαθλίωση.
Αν αυτή η συζήτηση σας φαίνεται υπερβολική, ή υπερβολικά πρόωρη, ας κοιτάξουμε κάποια άλλα ερωτήματα που θα κληθούμε να αποφασίσουμε πιο άμεσα. Αυτόνομα οχήματα. Είναι σχεδόν πραγματικότητα. Στη χώρα όπου δεν μπορούμε να αλλάξουμε το ωράριο των καταστημάτων, ή τους κανόνες για τα ταξί και τις μεταφορές, θα κληθούμε να φτιάξουμε πολιτική για αυτόνομα αυτοκίνητα και διανομές με drones. Εχουμε πολιτικά στελέχη ικανά να κατανοήσουν τα ερωτήματα που προκύπτουν, να βρουν δίκαιες και αποτελεσματικές λύσεις και να πείσουν την κοινωνία –πολλές φορές σε βάρος συνδικάτων και συμφερόντων– για τις αλλαγές που χρειάζεται ένα σύγχρονο κράτος; Ισως αφήσουμε την Ευρωπαϊκή Ενωση να βγάλει το φίδι από την τρύπα, να εκδώσει νομοθετικές οδηγίες, και να περάσουμε την επόμενη δεκαετία πληρώνοντας πρόστιμα γιατί δεν τις εφαρμόζουμε – όπως κάνουμε με τα σκουπίδια και την ανακύκλωση.
Εντός της δεκαετίας η βιοτεχνολογία θα μας επιτρέψει να επιμηκύνουμε την ανθρώπινη ζωή για 20-100 χρόνια. Αυτές τις αγωγές θα τις καλύπτει η βασική ιατροφαρμακευτική περίθαλψη που παρέχει το κράτος; Αν ναι, ποιο το κόστος και ποιος θα το πληρώσει; Θα πληρώνει ο ημιαπασχολούμενος των 400 ευρώ να ζήσει για διακόσια χρόνια ο συνταξιούχος του μέλλοντος; Και στα πόσα χρόνια θα είναι το όριο συνταξιοδότησης όταν τα παιδιά μας πρόκειται να ζήσουν για αιώνες; Αυτά τα ερωτήματα θα κληθεί να τα απαντήσει με τεκμήρια, αριθμούς και βαθιά γνώση της πιο προχωρημένης τεχνολογίας το ίδιο πολιτικό προσωπικό που χρειάστηκε χρόνια να αποφασίσει αν θα χορηγούνται γενόσημα και αν το βρεφικό γάλα μπορεί να πουλιέται στο σούπερ μάρκετ.
Το πρόβλημά μας δεν είναι οικονομικό. Ενα πρόσκαιρο οικονομικό πρόβλημα απλά ανέδειξε την αδυναμία μας ως κοινωνία –πολίτες και – να προσαρμοστούμε σε νέα δεδομένα και να βρούμε λύσεις. Συζητάμε αν φταίνε οι Γερμανοί, η μεταπολίτευση, ο απέναντι. Αύριο τι θα φταίει; Τα ρομπότ; Η βιοτεχνολογία; Τα δεδομένα αλλάζουν, ενδογενώς ή εξωγενώς δεν έχει σημασία.
Η Ελλάδα, από πρόνοια ή και από συγκυρία, βρέθηκε στην πλευρά των κερδισμένων της πρόσφατης ιστορίας. Εντάχθηκε στη Δύση και –ακόμα και στο βάθος της οικονομικής κρίσης– συνεχίζει να είναι μία από τις πλουσιότερες χώρες του κόσμου. Οταν η τεχνολογία τραβήξει νέες διαχωριστικές γραμμές, θα συνεχίσουμε να «ανήκουμε στη Δύση»;
Για να βρούμε λύσεις θα χρειαστεί ανεπτυγμένη αίσθηση αλληλεγγύης. Είναι προβλήματα που θα επαναπροσδιορίσουν το κοινωνικό συμβόλαιο, τη σχέση παραγωγής και οικονομίας. Στην Ελλάδα ο πολιτικός διάλογος –μάλλον περισσότερο από άλλες δυτικές χώρες– ενώ χρησιμοποιεί τη λέξη «αλληλεγγύη» πολύ συχνά, στην πραγματικότητα είναι μία πάλη μεταξύ ομάδων συμφερόντων, μία ατελείωτη και ιδιοτελής αναδιανεμητική διαπραγμάτευση.
Τίποτα δεν θα αλλάξει αν δεν αποφασίσουμε σαν κοινωνία ότι πρέπει να αλλάξουμε κι εμείς, για να μη γίνουμε θύματα της ιστορίας – μία μίζερη χώρα που τσακώνεται επί δεκαετίες για ένα επίδομα, αγνοώντας τεχνολογικές αλλαγές που φέρνουν την ανθρωπότητα απέναντι σε υπαρξιακά διακυβεύματα.
Πηγή: kathimerini.gr