Ενα «μαγικό» λογισμικό, το οποίο… τα κάνει αόρατα -όχι τα τζάμια, αλλά τα πραγματικά έσοδα- έστησε κύκλωμα, το οποίο επιδόθηκε σε ένα ασύλληπτο «πάρτι» φοροδιαφυγής. Με την απάτη που είχαν στήσει, αποκρύπτονταν οι αληθινές εισπράξεις μικρομεσαίων επιχειρήσεων και, κατά συνέπεια, το Δημόσιο έχανε εκατομμύρια. Στο κύκλωμα, σύμφωνα με δημοσίευμα του «Ελεύθερου Τύπου», συμμετείχαν ιδιοκτήτες δύο εταιρειών λογισμικού έκδοσης αποδείξεων σύγχρονων ταμειακών μηχανών, λογιστές και ιδιοκτήτες επιχειρήσεων και ξενοδοχείων, οι οποίοι συνεργάζονταν και είχαν ποσοστά επί των «μαύρων» εσόδων που απέκρυπταν στο τέλος κάθε ημέρας. Για να το πετύχουν, χρησιμοποιούσαν το λογισμικό ώστε να παρεμβαίνουν ηλεκτρονικά στην ημερήσια καταγραφή εσόδων επιχειρήσεων, το λεγόμενο «Ζ», εξαφανίζοντας… μηδενικά από το τελικό ποσό είσπραξης, με αποτέλεσμα να κερδίζουν περισσότερα, γλιτώνοντας φόρους. Μάλιστα, οι αρμόδιες υπηρεσίες του υπουργείου Οικονομικών φέρονται να είχαν εγκρίνει την πώληση των λογισμικών έκδοσης αποδείξεων, των νόμιμων εταιρειών προμήθειάς τους, χωρίς να έχουν ζητήσει την κατάθεση του πρωτότυπου προγράμματος και χωρίς τον απαραίτητο έλεγχο…
Στο επίκεντρο αυτού του «πάρτι» φοροδιαφυγής είναι δύο εταιρείες, οι οποίες εκδίδουν νόμιμα λογισμικά για τη λειτουργία των ταμειακών μηχανών έκδοσης αποδείξεων και έχουν την ευθύνη της συντήρησης και τεχνικής υποστήριξής τους.
Οι υπεύθυνοι αυτών των εταιρειών φαίνεται να αναζήτησαν και να βρήκαν τους «πρόθυμους» επιχειρηματίες για τη διαγραφή μέρους των πραγματικών εσόδων των επιχειρήσεών τους, τα οποία θα κατέληγαν απευθείας στις τσέπες τους χωρίς καμία απόδοση φόρου. Το ίδιο συνέβη και με κάποιους επιχειρηματίες που αναζήτησαν από μόνοι τους εκείνους που μπορούσαν να προβούν σε αυτές τις ενέργειες. Σε κάποιες από τις περιπτώσεις, ενδιάμεσοι ήταν λογιστές των επιχειρηματιών, που αποζητούσαν την απόκρυψη σημαντικού μέρους των καθημερινών εισπράξεων.
Πώς δούλευε το σύστημα
Μετά τις απαραίτητες διαπραγματεύσεις για το ποσοστό αμοιβής που θα έπαιρνε ο υπεύθυνος της εταιρείας λογισμικού, το οποίο καθοριζόταν από το ύψος του χρηματικού ποσού που θα απέκρυπταν, ξεκινούσε η διαδικασία. Στο τέλος κάθε ημέρας, και ενώ οι υπάλληλοι της επιχείρησης έκοβαν κανονικά αποδείξεις καθ’ όλη τη διάρκειά της, ο ιδιοκτήτης έκανε «ταμείο», υπολογίζοντας τα έσοδα και αποφάσιζε το ύψος τον ποσού που ήθελε να αποκρύψει. Στη συνέχεια επικοινωνούσε με τον «καθαριστή», στον οποίο ανακοίνωνε τα πραγματικά έσοδα και έπειτα το ποσό που ήθελε να αποκρύψει.
Ο υπεύθυνος της εταιρείας παρενέβαινε ηλεκτρονικά στο λογισμικό έκδοσης του τελικού «Ζ», δηλαδή της ημερήσιας καταγραφής των εσόδων, και αφαιρούσε το ποσό που επιθυμούσε ο «πελάτης», παράλληλα με την ηλεκτρονική εξαφάνιση των αποδείξεων που αθροιστικά συμπλήρωναν το επιθυμητό χρηματικό ποσό.
Στο «Ζ» απεικονίζονται ο συνολικός τζίρος και ο ΦΠΑ που αναλογεί στις πωλήσεις, εκδίδεται καθημερινά και ενημερώνει τα βιβλία της εφορίας κάθε μήνα, ενώ από αυτό προκύπτουν και τα δημοτικά τέλη.
Για παράδειγμα, όπως αναφέρει το δημοσίευμα, ο ιδιοκτήτης που είχε 1.000 ευρώ ημερήσια είσπραξη, με μια απλή ηλεκτρονική παρέμβαση του «συνεργάτη» του, μπορούσε να αφαιρέσει ένα μηδενικό, να φαίνονται δηλαδή 100 ευρώ και τα 900 να μπαίνουν αφορολόγητα στην τσέπη του, αφαιρώντας το ποσό της αμοιβής εκείνου που βοήθησε στη διαγραφή. Σύντομα αναμένεονται και επίσημες ανακοινώσεις για την έρευνα και τα ονόματα των δύο εταιρειών, που λέγεται ότι θα προκαλέσουν αίσθηση…