Με έναν πρόχειρο υπολογισμό μπορώ να σκεφτώ ένα σωρό πράγματα που με κάνουν να βαριέμαι φριχτά. Ένα από αυτά είναι η κλασική κουβέντα που ξεκινάει πάντα έτσι… «Εμείς όταν ήμασταν παιδιά παίζαμε έξω στις αλάνες και δεν είχαμε ούτε υπολογιστές ούτε κινητά και ήμασταν αθώοι μπλα μπλα μπλα….». Από αυτό το σημείο και μετά σταματάω να ακούω.
Εσύ που λες αυτά τα κλισέ – ενίοτε και εγώ μαζί με σένα – ήσουν παιδί πριν από 20 χρόνια (τουλάχιστον). Και είσαι τόσο οξυδερκής, ώστε να καταλάβεις πως τα πράγματα άλλαξαν (προς το χειρότερο κατά τη γνώμη σου, την οποία κάθε άλλο παρά ταπεινά την εκφράζεις), αλλά όχι τόσο φιλοσοφημένος ώστε να σκεφτείς ότι αν είχαν παραμείνει τα ίδια, ή στραβός θα ήταν ο γιαλός ή στραβά θα αρμενίζαμε.
Και έπειτα αναρωτήθηκες ποτέ τι είναι αυτό που πραγματικά σε ξενίζει στα σημερινά παιδιά ή αρκείσαι σε μια στείρα κριτική, χωρίς να σκέφτεσαι ότι πρώτα – πρώτα είναι μια κριτική που προορίζεται για σένα; Και μη βιαστείς να πεις «Μα εγώ δεν έχω παιδιά!», γιατί και εσύ κάποτε θαύμασες ή/και σιχάθηκες ανθρώπους που δεν ήταν οι γονείς σου.
Ας πάρουμε, λοιπόν, τα πράγματα με τη σειρά. Τα σημερινά παιδιά δεν παίζουν στις αλάνες για δύο τραγικούς λόγους. Ο πρώτος είναι πως δεν υπάρχουν αλάνες! Ο δεύτερος είναι πως δεν έχουν χρόνο. Δεν ακούγεται αστείο; Πώς μπορεί το επτάχρονο, το δεκάχρονο άντε και το εφηβάκι να μην έχει χρόνο; Και όμως γίνεται! Γιατί η καλοβαλμένη κοινωνία έχει φροντίσει να φορτώσει στις πλάτες του ένα σωρό μαθήματα, άλλα τόσα φροντιστήρια, αθλητικές δραστηριότητες, καλλιτεχνικές δραστηριότητες, ξένες γλώσσες, πλαστά ενδιαφέροντα και υποκριτική καλοπέραση.
Και τρέχει το παιδί πανικόβλητο να προλάβει και το φέρνουμε και εμείς προ των ευθυνών του ότι πρέπει οπωσδήποτε να ανταπεξέλθει σε όλα. Να είναι άριστος μαθητής, να μαγεύει τα πλήθη στα γήπεδα, να γίνει βιρτουόζος της μουσικής και να μιλάει δυο-τρεις γλώσσες. Και σε όλη αυτή την παράνοια – που εμείς έχουμε δημιουργήσει για τα παιδιά – αυτά καταλήγουν ημιμαθή, «άμπαλοι» (για να λέμε τα πράγματα και με την παιδική ορολογία), φάλτσοι και αφαιρετικά πολύγλωσσοι.
Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά ήρθε και αυτή η κρίση που πήρε ένα σωρό στομφώδεις χαρακτηρισμούς… Οικονομική, κοινωνική, αξιών κτλ… Και φυσικά, εμείς που είμαστε οι μόνοι υπεύθυνοι, αν τα παιδιά δεν παίζουν στις αλάνες, δεν θελήσαμε ούτε για μια στιγμή να τα κρατήσουμε μακριά από αυτή τη θλιβερή καθημερινότητα. Συζητήσαμε μπροστά τους για χρήματα, για χρεοκοπίες, για έκτακτους φόρους και διάφορους άλλους οικονομικούς όρους και καταφέραμε – ναι, πρόκειται για κατόρθωμα – να τους μεταδώσουμε τον πανικό. Και μόλις το καταφέραμε, τρέξαμε να τα κατακρίνουμε… «Τα παιδιά στις μέρες μας είναι μικρομέγαλα!». Σώπα… Από μόνα τους έγιναν φαίνεται… Εμείς παλέψαμε με νύχια και με δόντια να διαφυλάξουμε την παιδικότητά τους και αυτά τα σκασμένα πήγαν και μεγάλωσαν πριν την ώρα τους!
Και αν όλα τα παραπάνω είναι μια απλή κριτική, δεν θα μπορούσα να παραλείψω έναν σύνθετο προβληματισμό. Μέσα στην παραζάλη να γεμίσουμε τα παιδιά μας με εφόδια (αστείο…) ξεχνάμε συστηματικά να τους μάθουμε πως τα χρήματα σου εξασφαλίζουν μια άνετη ζωή, αλλά δεν σου εγγυώνται την ευτυχία, πως οι πολλές δραστηριότητες σε κάνουν κοινωνικό, αλλά δεν σου εγγυώνται τους καλούς φίλους, πως οι πολύπλευρες προσωπικότητες είναι ενδιαφέρουσες μόνο όταν είναι ολοκληρωμένες και πως η αλληλεγγύη πρέπει να είναι πάντα προτιμότερος τρόπος επιβίωσης από τη ρουφιανιά.
Θα ήταν πολύ ωραίο, έχοντας περάσει μια φάση ενήλικης ζωής, να επιστρέφαμε πάλι στην παιδική ηλικία. Όμως, μιας και από χρόνια έχω πάψει να πιστεύω σε θαύματα, προτείνω κάτι πιο βατό. Να δώσουμε στα παιδιά τον πρώτο λόγο. Δοκιμαστικά. Για πέντε μέρες, για δέκα. Πάω στοίχημα ότι θα μας καθορίσουν πολύ καλύτερα από ό,τι τα καθορίζουμε εμείς, θα μας διασκεδάσουν πολύ περισσότερο από ό,τι τους διασκεδάζουμε εμείς, ίσως να μας κάνουν – χωρίς κόπο – και πιο ευτυχισμένους από ό,τι – με τόσο κόπο προσπαθούμε να – τους κάνουμε εμείς. Άλλωστε «πώς να κρυφτείς απ’ τα παιδιά, έτσι κι αλλιώς τα ξέρουν όλα!»
Της Σ.Α.