Ίντα Ελιάου, Συμβουλευτική Ψυχολόγος (BSc, MSc, PGDip., MA), eliaouida@gmail.com, http://www.eliaouida.blogspot.gr/
Η συμβουλευτική ψυχολόγος Ίντα Ελιάου μιλάει στο inKastoria για τις συνέπειες της κρίσης στη ζωή μας, τα «όπλα» που θα πρέπει να επιστρατεύσουμε για να την αντιμετωπίσουμε αλλά και πως πρέπει να χειριζόμαστε τα παιδιά.
Συνέντευξη στον Μάρκο Πετρόπουλο
Η οικονομική κρίση θα μας «σκοτώσει» ψυχολογικά ή θα μας κάνει πιο δυνατούς;
Καταρχάς, η έννοια της ‘οικονομικής κρίσης’ δε σημαίνει από μόνη της κάτι συγκεκριμένο όσον αφορά την ψυχική υγεία των ανθρώπων. Η συγκεκριμένη έννοια γίνεται προβληματική και ανησυχητική όταν και εφόσον οδηγήσει ένα μέρος των πολιτών –μικρό ή μεγάλο- σε ‘ψυχολογική κρίση’. Το διευκρινίζω αυτό διότι είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι η Ζωή μας αποτελεί, εξ’ ορισμού στην ουσία, ένα μεγάλο καλάθι ‘κρίσεων’ μικρών ή μεγάλων από τη στιγμή της γέννησης μας μέχρι το θάνατο. Σε κάποια τουλάχιστον φάση της ζωής μας όλοι μας ερχόμαστε αντιμέτωποι με κάποια από τα παρακάτω είδη Κρίσεων.
Περιστασιακή Κρίση: που αφορά στα ασυνήθιστα γεγονότα τα οποία δε μπορούμε να προβλέψουμε ή να ελέγξουμε όπως ο θάνατος, μια ασθένεια, ένα τροχαίο, μια τρομοκρατική επίθεση, ένας βιασμός κ.α.
Αναπτυξιακή Κρίση: που αφορά στις δραματικές αλλαγές στη κανονική ροή της ανθρώπινης ζωής όπως η αποφοίτηση, γάμος, γέννα, συνταξιοδότηση κ.α.
Υπαρξιακή Κρίση: που αφορά στις εσωτερικές συγκρούσεις σε ανθρώπινα ζητήματα όπως οι στόχοι μας, όπως για παράδειγμα η κρίση της μέσης ηλικίας κ.α.
Τέλος, έχουμε την Περιβαλλοντική Κρίση όπου μια φυσική ή ανθρώπινη καταστροφή επηρεάζει το άτομο. Τέτοιες κρίσεις μπορεί να είναι ένας τυφώνας, μια πλημμύρα, σεισμοί, μια επιδημία, ο πόλεμος, η μετανάστευση, η οικονομική κρίση στην οποία αναφερόμαστε σήμερα.
Επομένως, επίκεντρό μας θα πρέπει να είναι η αντιμετώπιση της ‘ψυχολογικής κρίσης’ που απορρέει από την οικονομική αυτήν τη φορά και εάν αυτή η ψυχολογική κρίση που άγγιξε πολύ μεγάλο του πληθυσμού της χώρας μας στη προκειμένη περίπτωση -και όχι μόνο- θα μας «σκοτώσει» ψυχολογικά ή θα μας κάνει πιο δυνατούς.
Η ψυχολογική κρίση είναι ένα περίπλοκο φαινόμενο που έχει τυγχάνει ποικίλλων ορισμών. Στην ουσία κάποιος βρίσκεται σε κρίση όταν βιώνει μια κατάσταση ως αξεπέραστη που υπερβαίνει τους πόρους και τους μηχανισμούς αντιμετώπισης που έχει το ίδιο το άτομο. Οι αντιδράσεις των ανθρώπων στην κρίση ποικίλλουν κατά πολύ. Όπως εξηγεί ο ψυχίατρος Δρ. Γιωτάκος, κάτω από ιδανικές συνθήκες ένα άτομο μπορεί να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά την κρίση και μάλιστα να αναπτύξει δύναμη μέσα από αυτήν την εμπειρία. Επομένως, να βγει απ’ όλη την κατάσταση πιο δυνατό. Άλλες φορές πάλι, το άτομο καταφέρνει απλά να επιβιώσει από μια κρίση καταφέρνοντας να μπλοκάρει επώδυνα συναισθήματα που θα το παρέλυαν κατά τη διάρκεια της κρίσης που όμως βγαίνουν στην επιφάνεια πολύ αργότερα στη ζωή και το επηρεάζουν συνήθως σε ανύποπτες στιγμές. Τέλος, υπάρχουν φορές που το άτομο κλονίζεται ψυχολογικά μη μπορώντας να προχωρήσει στη ζωή του και τότε είναι που κρίνεται απαραίτητη η άμεση και δραστική παρέμβαση και βοήθεια ειδικών ώστε η κρίση να μη ‘σκοτώσει’ το άτομο μεταφορικά ή και κυριολεκτικά. Συνεπώς, η κρίση μπορεί να σημαίνει είτε ‘κίνδυνο’ είτε ‘ευκαιρία’. ‘Κίνδυνο’ εφόσον μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρή παθολογία, ακόμα και αυτοκτονία. ‘Ευκαιρία’ καθώς μέσα από τον πόνο το άτομο μπορεί να ανατρέχει σε αλλαγές ή σε αναζήτηση βοήθειας.
Ποια είναι τα «όπλα» της ψυχολογίας κόντρα στην κρίση;
Η εμπειρία ενός γεγονότος ή κατάστασης ως ‘κρίση’ όπως και ο βαθμός στον οποίο βιώνεται ως ‘ψυχολογική κρίση’ (όπου φέρει δηλαδή προσωπικές ματαιώσεις και αδυναμία ελέγχου στη ζωή του ανθρώπου καθώς παλιοί μηχανισμοί και πόροι δε βοηθούν πια), είναι κάτι πολύ υποκειμενικό. Επομένως, και τα ίδια τα ‘όπλα’ κόντρα στην κρίση διαφέρουν από άνθρωπο σε άνθρωπο και από κρίση σε κρίση. Κάτι που μπορεί να θεωρείται σωσίβιο για κάποιον στη τωρινή του εμπειρία κρίσης μπορεί να περνά απαρατήρητο ή να αποτελεί εμπόδιο για κάποιον άλλο που βιώνει την ίδια κατάσταση.
Λύση λοιπόν δεν αποτελεί το να συνταγογραφούμε φόρμουλες κόντρα στην ψυχολογική κρίση που μπορεί να βιώνει ο καθένας μας με τον τρόπο του. Ίσως το πιο ασφαλές θα ήταν να αναπτύξει ο καθένας μας την αυτογνωσία του ώστε να γνωρίζει τι υπάρχει μέσα του και πως το διαχειρίζεται, τι πόρους (προσωπικούς, κοινωνικούς, οικογενειακούς, οικονομικούς) διαθέσιμους έχει, τι αμυντικούς μηχανισμούς, ποιους κρυμμένους καταλύτες συναισθηματικών πυρκαγιών, ώστε είτε να αλλάξει δυσλειτουργικούς τρόπους διαχείρισης κρίσιμων καταστάσεων είτε να ενισχύσει τους παραγωγικούς. Μια τέτοια προσέγγιση θα ήταν καταλυτική για την πρόληψη ακόμα ψυχικών κρίσεων.
Ποιο η ποια είναι τα συνηθέστερα προβλήματα που απασχολούν τον κόσμο σήμερα; Για ποιους λόγους καταφεύγουμε σήμερα σε ψυχολόγο;
Συνεχίζοντας από τη προηγούμενη απάντησή μου, μπορώ να σας απαντήσω στο δεύτερο σκέλος της ερώτησής σας, βάσει των περιστατικών που βλέπω στο γραφείο μου, των δομών όπου έχω εργαστεί αλλά και των πιο πρόσφατων συνεδριών σε Ελλάδα και εξωτερικό.
Το συνηθέστερο πρόβλημα που βασανίζει τους περισσότερους από εμάς είναι η έλλειψη αυτογνωσίας. Μπορεί να καταφθάνουν οι άνθρωποι σε ψυχολόγο επειδή εμφανίζουν ξαφνικά κατάθλιψη ή κάποια αγχώδη διαταραχή ή διατροφικές διαταραχές ή ποικίλα ψυχοσωματικά ή δυσκολίες στις σχέσεις τους ή ψυχωτικές καταστάσεις και νευρώσεις, ακόμα και αυτοκτονικούς ιδεασμούς όμως όλα αυτά θεωρώ πως είναι τα συμπτώματα αυτού που πραγματικά συμβαίνει μέσα τους και είτε το αγνοούν είτε επιλέγουν ασυνείδητα να το αγνοούν –καθώς συνήθως επώδυνο- μα αυτό ξεχειλίζει.
Φανταστείτε το σαν μια ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη. Το άτομο από φόβο αποφεύγει να αντιμετωπίσει το πρόβλημά του στο ξεκίνημά του. Έτσι μπορεί το άτομο να φορά φαρδιά ρούχα για να κρύψει αυτό που συμβαίνει μέσα της ή ακόμα και να απομονώνεται στο σπίτι της, αλλά κάποια στιγμή η κοιλιά θα μεγαλώσει τόσο και το μωρό θα βγει με όσα συνεπάγεται αυτό.
Υπάρχουν κάποιες συμβουλές που αν τις ακολουθήσει κάποιος θα μπορούσε να «θωρακιστεί» και να καταστεί λιγότερο ευάλωτος στα προβλήματα;
Θεωρώ βασικό και απαραίτητο για την ανώδυνη και γιατί όχι απολαυστική επιβίωσή μας αναπόσπαστο κομμάτι της οποίας είναι τα προβλήματα… το να ξεκινάμε όσο το δυνατό νωρίτερα τον αγώνα μας για την αυτογνωσία μας. Μονάχα εάν μάθουμε πραγματικά ποιοι είμαστε, τον τρόπο που σκεφτόμαστε, αυτά που νιώθουμε και τους λόγους που νιώθουμε και σκεφτόμαστε με τους συγκεκριμένους τρόπους, τους φόβους μας, τις επιθυμίες μας, τους τρόπους που ασυνείδητα αντιδρούμε και διαχειριζόμαστε καταστάσεις εσωτερικές και εξωτερικές, τις άμυνες μας, τους πόρους μας και ότι άλλο αφορά τον εαυτό μας, μόνο τότε μπορούμε να νιώσουμε ασφαλείς.
Οι τρόποι που ο καθένας μας μπορεί να οδεύσει προς την αυτογνωσία μπορούν να είναι ποικίλοι και σίγουρα αλλάζουν ή συνδυάζονται ανάλογα σε ποια φάση της ζωής μας βρισκόμαστε. Κάποιοι επιλέγουν το διαλογισμό, κάποιοι τα βιβλία, άλλοι τις σπουδές στη ψυχολογία, άλλοι τα συνέδρια, τις διαλέξεις και ότι μπορεί να τους προσφέρει ενημέρωση, κάποιοι άλλοι την ατομική ή την ομαδική ψυχοθεραπεία κ.α. Για εμένα ο καλύτερος δρόμος είναι πάντα ο συνδυαστικός και πάντοτε σύμφωνα με τις ανάγκες και την ιδιοσυγκρασία του καθενός. Το μόνο που προτείνω με σιγουριά στο κόσμο είναι να πειραματίζεται! Εάν κάτι το κάνεις χρόνια και δεν καρποφορεί τότε σημαίνει πως πιθανώς να μην είναι ο ιδανικός τρόπος για εσένα. Δοκίμασε κάτι άλλο!
Στοιχεία που βλέπουν το φως της δημοσιότητας δείχνουν ότι στην χώρα μας έχουν αυξηθεί οι αυτοκτονίες. Αν η κρίση συνεχιστεί και η οικονομική κατάσταση χειροτερέψει πιστεύετε ότι οι αυτοκτονίες θα αυξηθούν;
Νομίζω πως μια απλή, υποκειμενική εκτίμηση του ‘ναι’ ή του ‘όχι’ θα ήταν στείρα. Πιστεύω πως το σημαντικό είναι να κατανοήσουμε το γιατί οι άνθρωποι αυτοκτονούν και κυρίως σε περιόδους κρίσης όπως στη περίοδο των πολλαπλών κρίσεων που διανύουμε στη Ελλάδα.
Θα ήταν εύκολο και απλό να λέγαμε πως η αιτία των αυτοκτονιών είναι η οικονομική κρίση. Κάτι φυσικά που σημαίνει πως δεν θα έπρεπε να υπάρχουν αυτοκτονίες πριν από αυτή αλλά ούτε και μετά. Η πραγματικότητα όμως λέει ότι οι άνθρωποι αυτοκτονούσαν και παλιά όπως και θα αυτοκτονούν στο μέλλον. Περίπου 1 εκ. άνθρωποι αυτοκτονούν κάθε χρόνο παγκοσμίως ενώ περίπου 15 εκ. πραγματοποιούν απόπειρα αυτοκτονίας. Αυτό σημαίνει πως όποιος σκέφτεται ή επιχειρεί να αυτοκτονήσει δε σημαίνει πως θέλει να πεθάνει. Πολλές φορές μια τέτοια αυτοκαταστροφική πράξη όπως άλλωστε και η υπερβολική χρήση αλκοόλ ή ναρκωτικών ή αυτοτραυματισμών καθώς και άλλων αυτοκαταστροφικών συμπεριφορών, συνιστούν κραυγή και έκκληση του ατόμου για βοήθεια. Αυτή η έκκληση για βοήθεια είναι λογικό και αναμενόμενο (παρά το σοκ των ΜΜΕ!) να αυξάνεται σε περιόδους κρίσεων όπως η τωρινή πολυδιάστατη κρίση.
Αρχικά λοιπόν θα πρέπει να σταματήσουμε να αναζητούμε σε ό,τι μας συμβαίνει τη μία και μοναδική αιτία. Τα αίτια της αυτοκτονίας όπως και των περισσότερων φαινομένων που συναντάμε στη ζωή, είναι πολλά και τις περισσότερες φορές περίπλοκα. Ποτέ δεν είναι τα ίδια ακόμα και για δύο μόνο ανθρώπους. Κάθε περίπτωση έχει τα δικά της ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και επομένως θα πρέπει να εξετάζεται ξεχωριστά. Μερικοί μονάχα από τους παράγοντες που φαίνεται να οδηγούν κάποιους στην αυτοκτονία είναι:
Ψυχολογικοί παράγοντες: έρευνες δείχνουν πως αυτοί που αυτοκτονούν τις περισσότερες φορές πάσχουν από κάποια διαταραχή όπως κατάθλιψη, διπολική ψύχωση, σχιζοφρένια κ.α.
Βιολογικοί παράγοντες: Γενετικοί παράγοντες συντελούν στην εμφάνιση διαταραχών που σχετίζονται με την αυτοκτονική συμπεριφορά αλλά και άλλοι βιολογικοί παράγοντες που μπορεί να επηρεάσουν όπως κάποια χρόνια, ανίατη ασθένεια.
Κοινωνικοί παράγοντες: Οικογενειακό ιστορικό βίας και κακοποίησης, οικογενειακές σχέσεις και προσδοκίες, κοινωνικό δίκτυο υποστήριξης, κοινωνικός αποκλεισμός και διάκριση, φτώχεια, ανεργία, τα πρότυπα και η επιβράβευση του μιμητισμού αυτοκαταστροφικών συμπεριφορών στα ΜΜΕ.
Άλλοι παράγοντες κινδύνου οι οποίοι μπορεί να επιβαρύνουν κάποιον ή κάποιους από τους προαναφερόμενους παράγοντες είναι: Υπερβολική χρήση αλκοόλ, χρήση ναρκωτικών, οικογενειακό ιστορικό αυτοκτονίας, κατοχή όπλου, θέματα με το νόμο, σωματική δυσμορφία, αναγκαστική αλλαγή στον τρόπο ζωής κ.α. Σκέψεις αυτοκτονίας μπορεί επίσης σε σπάνιες περιπτώσεις να δημιουργηθούν ως παρενέργεια κάποιων φαρμάκων κάτι που θεωρείται πιο πιθανό αν και πάλι σπάνιο, σε παιδιά και εφήβους.
Βλέπουμε λοιπόν, πως υπάρχουν πολλοί και μάλιστα συνήθως αλληλένδετοι παράγοντες που μπορεί να αποτελέσουν πρόσφορο έδαφος για να στραφεί ένα άτομο στην αυτοκτονία. Πρέπει να τονίσουμε πάντως πως οι περισσότεροι άνθρωποι βιώνουν τον αυτοκτονικό ιδεασμό σε κάποια φάση της ζωής τους και καταλήγουν να αναρωτιούνται εάν αυτοί είναι φυσιολογικοί ή εάν τρελαίνονται. Σε αυτές τις περιπτώσεις οι σκέψεις αυτές συνήθως ξυπνούν λόγω κάποιου ξαφνικού, αναπάντεχου αρνητικού γεγονότος. Το άτομο νιώθει εγκλωβισμένο και αισθάνεται αδυναμία να ανταπεξέλθει στο τραυματικό γεγονός το οποίο μπορεί να είναι ο θάνατος κάποιου αγαπημένου προσώπου, ένας χωρισμός, σεξουαλική κακοποίηση, μια σοβαρή ασθένεια, οικονομικές δυσκολίες και η ανεργία στη περίπτωση αυτής της κρίσης.
Ακόμα και σε αυτές τις περιπτώσεις οι αιτίες που οδηγούν σε αυτοκτονία μπορεί να είναι πολλές και περίπλοκες. Κάποιοι μπορεί να πιστεύουν πως ο θάνατός είναι η μοναδική διέξοδός τους από το πρόβλημα, κάποιοι με αυτόν τον τρόπο εκφράζουν το θυμό τους, δημιουργώντας τύψεις σε άλλους ή πιστεύουν πως γίνονται ήρωες θυσιαζόμενοι για ένα γενικότερο καλό κ.α.
Αντιλαμβανόμαστε λοιπόν πως σαφώς η οικονομική κρίση και η ανεργία αποτελούν παράγοντες κινδύνου για αυτοκτονία, σε καμία περίπτωση όμως δεν μπορούν να θεωρηθούν οι μοναδικές αιτίες της αύξησης αυτοκτονιών στη χώρα μας αλλά και γενικά. Αποτελεί απλά έναν επιπλέον επιβαρυντικό παράγοντα στους ενυπάρχοντες παράγοντες τους οποίους και οφείλουμε ως άτομα αλλά και ως χώρα να τους διερευνήσουμε καλύτερα, με περισσότερη σοβαρότητα και σεβασμό.
Η κρίση έχει συνέπειες και στις ανθρώπινες σχέσεις; θετικές ή αρνητικές;
Νομίζω πως θα σας κουράσω μα θα σας πω ότι και παραπάνω. Όλα είναι σχετικά και υποκειμενικά. Όπως το κάθε γεγονός στη ζωή μας έτσι και η κρίση έχει συνέπειες αρνητικές αλλά και θετικές και στις ανθρώπινες σχέσεις. Η στάση κάποιων ανθρώπων μας απέναντι στις απώλειες που βιώνουμε λόγω της οικονομικής κρίσης μπορεί άλλοτε να είναι αδιάφορη και να μας εξοργίζει κρυώνοντας τις σχέσεις μας ενώ η στάση κάποιων άλλων μπορεί να είναι άκρως συμπονετική και υποστηρικτική κάτι που μας φέρνει πιο κοντά. Οι απώλειες φέρνουν εκνευρισμό, θυμό, απελπισία σε όλους. Έτσι ο διάλογος αποτελεί θεμέλιο για να επιλύονται οι διαφορές, οι διαφωνίες ή ακόμα και τα παράπονα ώστε οι ανθρώπινες σχέσεις να παραμένουν θερμές και μάλιστα να αποτελούν χρήσιμο δίκτυο υποστήριξης.
Πως μπορεί κάποιος να διαχειριστεί τις συνέπειες στην προσωπική του ζωή; Και, κυρίως, πώς να το εξηγήσει στα παιδιά.
Οι άνθρωποι έχουμε ένα τεράστιο πλεονέκτημα σε σχέση με το υπόλοιπο ζωικό βασίλειο. Αυτό το πλεονέκτημα είναι ο ‘λόγος’. Ο λόγος έχει εξελιχθεί και διαμορφωθεί έτσι ώστε να μπορούμε να επικοινωνούμε μεταξύ μας, να ανταλλάσουμε ιδέες και απόψεις, να εκφραζόμαστε, να συζητάμε. Το σημαντικό λοιπόν είναι να αντέχουμε το ρίσκο, γιατί για πολλούς πρόκειται για ρίσκο, του να κάνουμε διάλογο με το/η σύντροφό μας, τους φίλους μας, τα παιδιά μας. Το ύφος του διαλόγου και οι λέξεις που χρησιμοποιεί ο καθένας φυσικά διαφέρει μα ο στόχος πρέπει για όλους να είναι η ανοιχτή και ξεκάθαρη επικοινωνία με τον συνάνθρωπό μας. Ίσως λοιπόν το ουσιαστικό θέμα που κρύβεται πίσω από αυτή την ερώτηση είναι το πώς εμείς οι ίδιοι μπορούμε να ξεφύγουμε από την άρνηση που προκαλεί ο φόβος, και να αναγνωρίσουμε και να αποδεχτούμε τις συνέπειες που έχει η εκάστοτε κρίση στη ζωή μας. Ύστερα, η συζήτηση από μόνη της προκύπτει ως φυσική απόρροια αυτής της διαδικασίας αντιμετώπισης των δυσκολιών. Αυτό φυσικά έχει πάντα ως προϋπόθεση να γνωρίζουμε και να χρησιμοποιούμε το διάλογο στη ζωή μας γενικά και πριν την εκάστοτε κρίση. Διότι αντιλαμβάνεστε πως μια τέτοια αλλαγή την ώρα της κρίσης καθιστά ένα επιπρόσθετο πρόβλημα. Σε τέτοιες περιπτώσεις θα πρότεινα επίσκεψη σε ψυχολόγο για καθοδήγηση και διευκόλυνση της διαδικασίας.
Για πολλά χρόνια, η επίσκεψη σε ψυχολόγο θεωρούνταν θέμα ταμπού. Σήμερα η νοοτροπία αυτή θεωρείται αναχρονιστική σε μεγάλο βαθμό. Πώς κατά τη γνώμη σας συντελέστηκε αυτή η αλλαγή;
Πιστεύω πως πολλά συντέλεσαν στην αλλαγή αυτή. Καταρχάς, η ίδια η επιστήμη της ψυχολογίας έχει αλλάξει κατά πολύ με την πάροδο των χρόνων όπως και η έρευνα και η διδασκαλία της. Επιπρόσθετα, οι ανάγκες των ανθρώπων και των κοινωνιών αλλάζουν διαρκώς. Παλιά απασχολούσαν μονάχα θέματα επιβίωσης ενώ στις ημέρες μας μιλάμε για προσωπική ανάπτυξη και αυτογνωσία. Φυσικά ρόλο παίζει και το ότι διανύουμε την εποχή της απόλυτης εξειδίκευσης. Οι ποικίλες ειδικότητες είναι πλέον πιο ευδιάκριτες αλλά και αναγκαίες. Πριν λίγα χρόνια και ακόμα ίσως, σε κάποιες περιοχές π.χ. μπέρδευε ο κόσμος τον ψυχολόγο με τον ψυχίατρο. Εδώ λοιπόν παίζει τεράστιο ρόλο και η ενημέρωση η οποία έχει αυξηθεί με ραγδαίους ρυθμούς αλλά και η ευκολία στη πρόσβασή της που αναπτύσσεται όλο και περισσότερο. Επιπλέον, πολύς κόσμος έχει δοκιμάσει επί μακρόν φαρμακευτικές αγωγές και άλλους παραδοσιακούς τρόπους θεραπείας χωρίς τα επιθυμητά αποτελέσματα. Είναι λογικό να θέλει να δοκιμάσει κάτι διαφορετικό. Αυτό σημαίνει πως για πολύ κόσμο η ίδια η απόγνωση από το υπάρχον σύστημα υγείας οδηγεί σε εύρεση νέων επιλογών. Τέλος, θα έλεγα πως η σταδιακή αν και αργή ανάπτυξη ενός πνεύματος ‘συνεργασίας’ στην Ελλάδα ευνόησε. Στο εξωτερικό η παραπομπή σε ψυχολόγο ή η συνεργασία ψυχολόγων και ψυχιάτρων ή νευρολόγων και άλλων ειδικοτήτων είναι κάτι το σύνηθες χρόνια τώρα ακόμα και στα επίσημα συστήματα υγείας όπως στην Αγγλία. Τα τελευταία χρόνια φαίνεται να γίνεται μια τέτοια προσπάθεια συνεργασίας στον κλάδο μου αλλά και σε άλλους τομείς και στην Ελλάδα.
Ένα από τα πιο ανησυχητικά φαινόμενα σήμερα είναι το bullying, ο σχολικός εκφοβισμός. Τα παιδιά βρίσκονται αντιμέτωπα με το ενδεχόμενο να πέσουν θύματα στο σχολικό περιβάλλον. Ποιος ο ρόλος των ψυχολόγων, τόσο προληπτικά όσο και έπειτα από τέτοιου είδους επιθέσεις;
Η βία μεταξύ των παιδιών δεν είναι ένα φαινόμενο της εποχής μας μονάχα. Άλλωστε, αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της βίας και της παραβατικότητας που εμφανίζεται στην κοινωνία μας γενικά. Διότι υπάρχει ένα ευρύτερο περιβάλλον το οποίο την τρέφει. Αξίες, θεσμοί, πολιτισμική και πολιτική ιστορία του τόπου και των ανθρώπων. Το θύμα και ο θύτης είναι άνθρωποι από την κοινωνία αυτή στην οποία βρίσκεται και το σχολείο όπου παρατηρούμε περιστατικά σχολικής βίας. Η σχολική βία λοιπόν, αντανακλά και αναπαράγει ό, τι το οικογενειακό, σχολικό και κοινωνικό περιβάλλον καλλιεργεί. Άλλωστε και η πολυδιάστατη κρίση που διανύουμε όλοι μας μια μορφή bullying δεν είναι και αυτή;
Ο σχολικός εκφοβισμός περιλαμβάνει τη βία από τους μαθητές προς τους εκπαιδευτικούς, από τους εκπαιδευτικούς προς τους μαθητές, από τους εκπαιδευτικούς προς τη διοίκηση, βία από εξωσχολικούς παράγοντες προς τα μέλη της σχολικής κοινότητας και το αντίστροφο, από γονείς προς εκπαιδευτικούς ή/και προς μαθητές και το αντίστροφο.
Καταλαβαίνουμε λοιπόν πως πρόκειται για ένα περίπλοκο φαινόμενο, ένα ενδημικό φαινόμενο που εμφανίζεται σε κάθε κοινωνία, ένα φαινόμενο που υπήρχε, υπάρχει και θα συνεχίσει να υπάρχει. Άρα, στόχος μας δεν θα πρέπει να είναι το να βρούμε λύσεις εύκολες και γρήγορες όπως περνά ένας πονοκέφαλος μόλις πάρουμε κάποιο παυσίπονο, αλλά να προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε την πολυπλοκότητα του φαινομένου, να αναλογιστούμε τους λόγους που αποτελούν εφαλτήριο για να ανθίσει το φαινόμενο, να σκεφτούμε τις μορφές και τις συνέπειές του και φυσικά να προβληματιστούμε όλοι μαζί για το πώς μπορούμε να αντιμετωπίσουμε και όχι να λύσουμε το σχολικό εκφοβισμό καθώς ένας τέτοιος στόχος θα ήταν ουτοπία.
Ο ρόλος του ψυχολόγου είναι απαραίτητος εφόσον όμως το πρόβλημα αντιμετωπίζεται, είτε προληπτικά είτε στην άνθισή του, συλλογικά. Το πιο διάσημο πρόγραμμα πρόληψης και αντιμετώπισης του σχολικού εκφοβισμού, το έχει προτείνει ο Νορβηγός καθηγητής Dan Olweus. Το βασικό στοιχείο του προγράμματος είναι η ανάμειξη όλων, η κινητοποίηση των μαθητών, των γονέων και του προσωπικού του σχολείου με στόχους:
-την ενημέρωση για το πρόβλημα
-τη βελτίωση των μεταξύ τους σχέσεων
-τη μεσολάβηση για την εξάλειψη του φαινομένου
-τη θέσπιση σαφών κανόνων κατά του bullying
-την υποστήριξη και την προστασία των μαθητών
Ο δάσκαλος στο πρόγραμμα αυτό, τοποθετείται στο κέντρο των εξελίξεων, ρυθμιστής των περιπτώσεων αυτών, μη έχοντας πλέον ως μοναδικό καθήκον τη μετάδοση στείρων γνώσεων αλλά την καταπολέμηση κάθε είδους εκφοβισμού που τον κατατάσσει σε πραγματικό παιδαγωγό των μαθητών και της κοινωνίας.
Στόχος- κλειδί νοείται η δημιουργία ενός σχολείου όπου ο εκφοβισμός δεν θα είναι από κανέναν ανεκτός αλλά χωρίς κριτική και τιμωρίες.
Το πρόγραμμα εφαρμόζεται σε 3 επίπεδα: στο σχολείο, την τάξη και ατομικά
1ον: Το Σχολείο:
Οι εκπαιδευτικοί:
-διεξάγουν έρευνα μεταξύ των μαθητών για να διαπιστώσουν την φύση και την διάδοση του προβλήματος
-αυξάνουν την επιτήρηση των μαθητών κατά τα διαλείμματα και διεξάγουν σχολικές συνελεύσεις όπου συζητείται το θέμα μαζί με όλα τα παιδιά του σχολείου.
2ον: Η Τάξη:
Οι εκπαιδευτικοί:
-Εισάγουν και επιβάλλουν κανόνες κατά του εκφοβισμού σε επίπεδο τάξης που εκμαιεύονται από τους ίδιους τους μαθητές μέσα από συζήτηση και αναδεικνύονται μέσα από κάποια μορφή τέχνης, αφίσες, κολάζ, ζωγραφική κ.α. που δημιουργούν οι ίδιοι οι μαθητές
-Συγκαλούν συχνές συνελεύσεις με τους μαθητές της κάθε τάξης ξεχωριστά, όπου συζητούνται θέματα όπως π.χ. εναλλακτικοί τρόποι αντίδρασης, μεσολάβηση μαθητών και ειρηνικές λύσεις. Παιχνίδι ρόλων.
3ον: Ατομικά:
Οι εκπαιδευτικοί:
-μεσολαβούν μεταξύ θύτη, θύματος και γονέων αλλά σε ατομικό επίπεδο, μιλώντας δηλ. στον καθένα ξεχωριστά
-διοργανώνουν συνελεύσεις με τους γονείς –εκπαιδευτικούς- γονείς όπου συζητούν-
Στόχοι είναι να αυξηθεί η πληροφόρηση και να διασφαλιστεί η ανάμειξη όλων και η υποστήριξη του προγράμματος από όλους για την εξάλειψη του εκφοβισμού. Η δημιουργία ενός υποστηρικτικού κλίματος όπου οι συνομήλικοι καλούνται αλλά και υποστηρίζονται στο να λάβουν δράση κατά του bullying.
Σε όλα τα παραπάνω ο ψυχολόγος πρέπει να αποτελεί το μαέστρο της χορωδίας καθώς οφείλει να ενημερώνει, να καθοδηγεί, να στηρίζει, να εξηγεί και να συντονίζει όλα τα μέλη του σχολείου. Συμβάλλει ώστε το σχολείο να γίνει ένα πεδίο διαλόγου και διαχείρισης της βίας όπου γεφυρώνεται και ενισχύεται η σχέση «οικογένειας- κοινωνίας και σχολείου».