Η αναστολή των πλειστηριασμών της πρώτης κατοικίας -για να εκπληρώσει την οικονομική και κοινωνική της αποστολή- θα πρέπει απαρέγκλιτα να συμπεριλάβει και τους έχοντες πτωχευτική ικανότητα, τόσο ως προς τα κριτήρια, όσο και ως προς αυτή καθαυτή την παύση των κατασχέσεων και την αναστολή των πλειστηριασμών.
Αυτό αναφέρει η Ελληνική Συνομοσπονδία Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας, σε ενημερωτικό έγγραφό της προς τους συλλόγους μέλη της, σχετικά τους πλειστηριασμούς, τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου σε ιδιώτες και το συμψηφισμό ΕΝΦΙΑ με απαιτήσεις από Δημόσιο.
Όπως σημειώνεται, επιχειρείται μία εξειδίκευση των πρόσφατων ανακοινώσεων της κυβέρνησης και των μέτρων που προτείνει η αξιωματική αντιπολίτευση και στο πλαίσιο αυτό, γνωστοποιούνται τα παρακάτω, ώστε να καταθέσουν τις προτάσεις τους και οι σύλλογοι:
Α. Πλειστηριασμοί πρώτης κατοικίας για χρέη σε Εφορία
Σύμφωνα με πρόσφατες δηλώσεις του αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών, το Δημόσιο δεν θα προβαίνει πλέον σε κατασχέσεις ακινήτων, αντικειμενικής αξίας έως 300.000 ευρώ. Με το προωθούμενο πλαίσιο για όσους έχουν πρώτη κατοικία και οφειλές προς το Δημόσιο, δεν θα κινούνται οι διαδικασίες εκπλειστηριασμού των ακινήτων τους, μέχρι τις 300.000 ευρώ, ενώ πάνω από το συγκεκριμένο όριο θα ενεργοποιούνται οι προβλεπόμενες διαδικασίες πλειστηριασμού ακινήτων για χρέη προς το Δημόσιο.
Η υφιστάμενη νομοθεσία, αν και επιτρέπει υπό προϋποθέσεις κατασχέσεις και πλειστηριασμούς πρώτης κατοικίας για χρέη προς το Δημόσιο, άνω των 500 ευρώ, στην πραγματικότητα κάτι τέτοιο δεν εφαρμόζεται. Κι αυτό γιατί οι προϊστάμενοι των Εφοριών, εφόσον πρόκειται για ακίνητο που αποδεδειγμένα αποτελεί την κύρια και μοναδική κατοικία του οφειλέτη και καλύπτει τις στοιχειώδεις ανάγκες, δεν προχωρούν στην κατάσχεση του ακινήτου. Ενδεικτικά αναφέρεται πως τη διετία 2015-2016 έχουν πραγματοποιηθεί πλειστηριασμοί ακινήτων και πρώτης κατοικίας των οφειλετών που χρωστούσαν έκαστος, ποσά άνω των 730.000 ευρώ στο ελληνικό Δημόσιο. Με τα μέχρι στιγμής δεδομένα, πρόθεση είναι η θέσπιση θεσμικού πλαισίου, αντίστοιχου με τα όρια προστασίας της πρώτης κατοικίας που ισχύουν σήμερα για τα χρέη προς τις Τράπεζες (επικαιροποιημένος Ν. Κατσέλη), στο οποίο προβλέπονται:
1) Απόλυτη προστασία στους οφειλέτες χαμηλών εισοδηματικών κατηγοριών που ικανοποιούν τα παρακάτω κριτήρια:
➢ Η πρώτη κατοικία να είναι αντικειμενικής αξίας έως 120.000 ευρώ για τον άγαμο, έως 160.000 ευρώ για τον έγγαμο, με την προσαύξηση για κάθε παιδί και μέχρι 3 συνολικά να ανέρχεται στα 20.000 ευρώ.
➢ Οι οφειλέτες αυτής της κατηγορίας πρέπει να έχουν εισόδημα που είναι ίσο ή υπολείπεται των ευλόγων δαπανών διαβίωσης (όπως αυτές διαμορφώνονται στην τέταρτη ομάδα δαπανών, δηλαδή την ομάδα που περιλαμβάνει και τις δαπάνες για αναψυχή, ταξίδια κ.λπ.). Με βάση τις εύλογες δαπάνες του 2014, αυτό αντιστοιχεί σε ετήσιο εισόδημα έως 8.180 ευρώ για ένα άτομο, 13.917 ευρώ για δύο άτομα, 17.278 για δύο άτομα και ένα τέκνο και 20.639 ευρώ για τετραμελή οικογένεια.
2) Προστασία, υπό προϋποθέσεις, για την πρώτη κατοικία θα παρέχεται και για τους οφειλέτες μεσαίων εισοδηματικών στρωμάτων, οι οποίοι πρέπει να ικανοποιούν τα ακόλουθα κριτήρια:
➢ Η πρώτη κατοικία να είναι αντικειμενικής αξίας έως 180.000 ευρώ για τον άγαμο, έως 220.000 ευρώ για τον έγγαμο, με την προσαύξηση για κάθε παιδί και μέχρι 3 συνολικά να ανέρχεται στα 20.000 ευρώ.
➢ Το εισόδημα δεν πρέπει να υπερβαίνει τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης (ΕΛΣΤΑΤ 2014), προσαυξημένες με έναν συντελεστή της τάξεως του 1,7 (ή 70%). Συνεπώς, το ανώτατο εισοδηματικό όριο διαμορφώνεται στα 13.906 ευρώ για ένα άτομο, στα 23.659 ευρώ για δύο άτομα, με την προσαύξηση για κάθε παιδί και μέχρι 2 συνολικά να ανέρχεται στα 5.714 ευρώ.
Σημειώνεται ότι η Νέα Δημοκρατία κατέθεσε τροπολογία, με την οποία ζητάει την αναστολή μέχρι τις 31-12-2017 των κατασχέσεων ακινήτων φορολογουμένων που έχουν οφειλές προς το Δημόσιο, εφόσον πληρούνται σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις:
α) το συγκεκριμένο ακίνητο χρησιμεύει ως κύρια κατοικία,
β) το μηνιαίο διαθέσιμο οικογενειακό εισόδημα δεν υπερβαίνει τα 13.900 ευρώ για άγαμο, 23.600 για ζευγάρια, προσαυξημένα κατά 5.700 ευρώ για κάθε παιδί,
γ) η αντικειμενική αξία της κύριας κατοικίας κατά το χρόνο συζήτησης της αίτησης δεν υπερβαίνει τις 180.000 ευρώ για τον άγαμο οφειλέτη, προσαυξημένη κατά 40.000 ευρώ για τον έγγαμο οφειλέτη και 20.000 ευρώ ανά τέκνο και μέχρι 3 παιδιά.
Η αιτιολογική έκθεση της τροπολογίας επικαλείται τα τελευταία δημοσιευμένα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, σύμφωνα με τα οποία ο όγκος οικοδομικής δραστηριότητας το διάστημα Αυγούστου 2015 – Ιουλίου 2016 έχει συρρικνωθεί κατά 30%, ενώ σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδας, οι τιμές των ακινήτων από την αρχή της κρίσης έχουν μειωθεί περισσότερο από 40%.
Ωστόσο, από τις πρωτοβουλίες τόσο της κυβέρνησης, όσο και της αξιωματικής αντιπολίτευσης, που κινούνται προς την ίδια κατεύθυνση, δηλαδή την προστασία της πρώτης κατοικίας, φαίνεται ότι -ως οδηγός- εξακολουθούν να εφαρμόζονται τα γενικότερα κριτήρια του Νόμου Κατσέλη (ν. 3869/2010, όπως ισχύει), σύμφωνα με τα οποία, ο οφειλέτης που απολαμβάνει των σχετικών ευεργετημάτων δεν πρέπει να έχει πτωχευτική ικανότητα. Όπως είναι αυτονόητα αντιληπτό, αυτό περιλαμβάνει στον κύκλο των προνομιούχων μόνο τους ιδιώτες και αυτομάτως εξαιρεί όλους τους εμπόρους και ελεύθερους επαγγελματίες από τα οποιαδήποτε ευεργετικά μέτρα θεσπιστούν.
Η ΕΣΕΕ εξακολουθεί και προβάλλει προς κάθε κατεύθυνση την θέση της, ότι η αναστολή των πλειστηριασμών της πρώτης κατοικίας, για να εκπληρώσει την οικονομική και κοινωνική της αποστολή, θα πρέπει απαρέγκλιτα να συμπεριλάβει και τους έχοντες πτωχευτική ικανότητα, τόσο ως προς τα κριτήρια όσο και ως προς αυτή καθαυτή την παύση των κατασχέσεων και την αναστολή των πλειστηριασμών.
Β. Ληξιπρόθεσμες οφειλές Δημοσίου σε Ιδιώτες
Σταθερά φθίνουσες βαίνουν οι ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου προς ιδιώτες, σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία του προηγούμενου Αυγούστου. Σύμφωνα με το υπουργείο Οικονομικών (ΓΛΚ), τα συνολικά (ληξιπρόθεσμα χρέη και εκκρεμείς επιστροφές φόρων) διαμορφώθηκαν στα 6,26 δισ. ευρώ τον Αύγουστο, από 6,8 δισ. ευρώ τον Ιούλιο. Υπενθυμίζεται πως τον Ιούλιο το αντίστοιχο ποσό είχε υποχωρήσει κατά 345 εκατ. ευρώ σε σχέση με τον Ιούνιο που ήταν στα 7,2 δισ. ευρώ. Στην πράξη, μέσα σε ένα δίμηνο το ύψος των υποχρεώσεων του Δημοσίου μειώθηκε κατά 975 εκατ. ευρώ. Ειδικότερα, τα χρέη του Δημοσίου μειώθηκαν τον Αύγουστο στα 4,92 δισ. ευρώ, ενώ οι εκκρεμείς επιστροφές φόρων ανήλθαν σε 1,34 δισ. ευρώ (σύνολο 6,26 δισ. ευρώ), έναντι 1,35 δισ. τον Ιούλιο.
Αποπληρωμή οφειλών:
Τον προηγούμενο Ιούνιο, η Ελλάδα έλαβε από τον μηχανισμό στήριξης το ποσό των 1,8 δισ. ευρώ για την εξόφληση χρεών του Δημοσίου. Σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου, μέχρι τα τέλη Αυγούστου το υπουργείο είχε διαθέσει πιστώσεις 1,85 δισ. ευρώ προς τους φορείς του Δημοσίου, οι οποίοι είχαν διοχετεύσει στην αγορά τα 1,35 δισ. ευρώ.
Η απουσία επίσημων στοιχείων για τον Σεπτέμβριο ήταν ο λόγος για τον οποίο το προηγούμενο Eurogroup αποφάσισε να μην εκταμιεύσει τα 1,7 δισ. ευρώ, από την υποδόση των 2,8 δισ. ευρώ. Τα κεφάλαια των 1,7 δισ. ευρώ αφορούν την αποπληρωμή ληξιπρόθεσμων κρατικών οφειλών και βασική προϋπόθεση για την εκταμίευσή τους είναι να έχει απορροφηθεί τουλάχιστον το 80% της προηγούμενης δόσης που είχε διατεθεί για τον σκοπό αυτόν. Δηλαδή, θα έπρεπε μέχρι τέλη Σεπτεμβρίου να έχουν φθάσει στην αγορά 1,44 δισ. ευρώ από τα 1,8 δισ. ευρώ που δόθηκαν τον Ιούνιο.
Γ. Συμψηφισμός ΕΝΦΙΑ με επιστροφές φόρου Εισοδήματος ή άλλη απαίτηση από το Δημόσιο
Τι προβλέπεται στην υφιστάμενη νομοθεσία
Σύμφωνα με τη νομοθεσία (άρθρο 83 του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων – ΚΕΔΕ), στην περίπτωση που υπάρχουν ληξιπρόθεσμες ή μη οφειλές προς το Δημόσιο και ο φορολογούμενος δικαιούται επιστροφής φόρου, γίνεται αυτεπάγγελτος συμψηφισμός. Πιο αναλυτικά, βέβαιη και εκκαθαρισμένη χρηματική απαίτηση του οφειλέτη κατά του Δημοσίου (π.χ. επιστροφή φόρου εισοδήματος), η οποία αποδεικνύεται με τελεσίδικη δικαστική απόφαση ή δημόσιο έγγραφο, συμψηφίζεται με βεβαιωμένα χρέη αυτού προς το Δημόσιο (π.χ. ΕΝΦΙΑ).
Ο συμψηφισμός προτείνεται με δήλωση του οφειλέτη που υποβάλλεται στη ΔΟΥ, η οποία είναι αρμόδια για την είσπραξη του χρέους. Ο συμψηφισμός μπορεί να ενεργείται και αυτεπάγγελτα, με πράξη του προϊσταμένου της ίδιας υπηρεσίας, εφόσον από τα υπάρχοντα στοιχεία αποδεικνύεται η απαίτηση του οφειλέτη.
Σε συμψηφισμό υπόκεινται:
• Οι βεβαιωμένες οφειλές, είτε είναι ληξιπρόθεσμες είτε όχι.
• Οι βεβαιωμένες οφειλές που τελούν σε δικαστική ή διοικητική αναστολή.
• Οι βεβαιωμένες οφειλές που για οποιονδήποτε λόγο καταβάλλονται τμηματικά (είτε με διευκόλυνση τμηματικής καταβολής είτε με νομοθετική ρύθμιση είτε με διοικητική πράξη).
• Οι παραγεγραμμένες οφειλές, οι οποίες αντιτάσσονται σε συμψηφισμό για μία τριετία από τη συμπλήρωση της παραγραφής τους.
Διευκρινίσεις
Σε περίπτωση που υφίστανται βεβαιωμένα χρέη στο Δημόσιο (ΔΟΥ ή τελωνείο), ληξιπρόθεσμα ή μη, ανεξαρτήτως εάν έχουν υπαχθεί σε νομοθετική ρύθμιση ή σε διευκόλυνση τμηματικής καταβολής ή τελούν σε αναστολή και από τα στοιχεία που υπάρχουν αποδεικνύεται η απαίτηση του οφειλέτη κατά του Δημοσίου (π.χ. αν υφίσταται τίτλος επιστροφής, αν ο οφειλέτης αιτείται χορήγηση αποδεικτικού ενημερότητας από το Δημόσιο ή γνωστοποιεί την απαίτησή του κατά του Δημοσίου ο ίδιος ή η εκκαθαρίζουσα αρχή) ο συμψηφισμός ενεργείται αυτεπάγγελτα από τον προϊστάμενο της υπηρεσίας.
Όταν η απαίτηση (εκτός των τίτλων πληρωμής, που υφίστανται στις ΔΟΥ) εκκαθαρίζεται ή πρόκειται να πληρωθεί από άλλη υπηρεσία του Δημοσίου (Δημόσιο με τη στενή του όρου έννοια), ο συμψηφισμός ζητείται με έγγραφο του προϊσταμένου της ΔΟΥ στην οποία είναι βεβαιωμένη η οφειλή.
Τι ισχύει στην πραγματικότητα σήμερα
Η πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετική, απ’ ό,τι αναφέρεται στη σχετική νομοθεσία. Ο συμψηφισμός του φόρου εισοδήματος και του ΕΝΦΙΑ δεν γίνεται ηλεκτρονικά (μη επαρκές διαθέσιμο προσωπικό στις Εφορίες, λόγω μεγάλου φόρτου εργασίας και περιορισμένη εφαρμογή του σχετικού λογισμικού) και όσοι επιθυμούν να γίνει πρέπει να μεταβούν στην Εφορία και να υποβάλουν σχετική αίτηση. Για παράδειγμα, κάποιος δικαιούται επιστροφή φόρου εισοδήματος 600 ευρώ και ταυτόχρονα είναι υπόχρεος σε ΕΝΦΙΑ 1.000 ευρώ. Η Εφορία έπρεπε κανονικά να του καταλογίσει υπόλοιπο φόρου 400 ευρώ (1.000 ευρώ – 600 ευρώ = 400 ευρώ). Σε διαφορετική περίπτωση, πρέπει να πληρωθεί πρώτα ο ΕΝΦΙΑ και μετά θα πιστωθεί σχετικό ποσό στους λογαριασμούς των δικαιούχων.
Όπως επισημάνθηκε και παραπάνω, ο συμψηφισμός γίνεται μόνο κατόπιν αίτησης του φορολογουμένου (παρά το γεγονός ότι ο νόμος προβλέπει αυτόματη διαδικασία). Εφόσον ο φορολογούμενος δεν κάνει αίτηση, η Εφορία θα του επιστρέψει το οφειλόμενο στα τέλη Ιανουαρίου 2017, όταν και καταβάλλεται η τελευταία δόση του ΕΝΦΙΑ. Κανονικά, το ποσό της επιστροφής φόρου πρέπει να επιστρέφεται εντόκως, καθώς θα έχουν παρέλθει οι 90 ημέρες που προβλέπει η σχετική νομοθεσία, κάτι το οποίο παραβλέπει το Δημόσιο και δεν επιστρέφει εντόκως τα ποσά, ακόμα και μετά την παρέλευση του εν λόγω χρονικού διαστήματος.