Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Καστορίας κ.κ. Σεραφείμ
Η σύναξη των τριών μεγάλων Πατέρων και Οικουμενικών Διδασκάλων, Βασιλείου του Μεγάλου, Γρηγορίου του Θεολόγου και Ιωάννου του Χρυσοστόμου, στο τέλος του μηνός Ιανουαρίου, μας δίνει την ευκαιρία να σταθούμε με πολύ σεβασμό μπροστά στις άγιες μορφές τους, προκειμένου να πάρουμε ωφέλιμα διδάγματα και μηνύματα για τη ζωή και τη διακονία μας.
Είναι εντυπωσιακοί οι χαρακτηρισμοί που αποδίδουν στα πρόσωπά τους όλοι εκείνοι που ασχολήθηκαν με την αγία τους ζωή και μελέτησαν τα σοφά τους συγγράμματα, τα οποία αποτελούν πραγματικά ωκεανό θεολογίας. Έτσι, τους χαρακτηρίζουν ως :
στύλους της Εκκλησίας και Ισαποστόλους,
όργανα του Θεού,
προπύργια και προμάχους της ευσεβείας,
μελιρρύτους ποταμούς της σοφίας,
επιγείους αγγέλους και ουρανίους ανθρώπους,
ιατρούς και επιστήμονες των νοσημάτων της ψυχής και του σώματος.
Όλος όμως ο χριστιανικός κόσμος, μαζί με τα ανωτέρω χαρακτηριστικά, τους ονομάζει «μεγάλους». Γι αὐτό και στο Απολυτίκιο της εορτής τους ο ιερός υμνογράφος παρουσιάζει την αλήθεια αυτή λέγοντας : «Τους τρεις μεγίστους φωστήρας της τρισηλίου θεότητος».
Ποιός είναι ο μεγάλος; Ποιούς μπορούμε να ονομάσουμε μεγάλους; Η απάντηση βρίσκεται στο λόγο του Χριστού : «Ος δ ἄν ποιήση και διδάξη, ούτος μέγας κληθήσεται εν τη βασιλεία των ουρανών»1.
Μεγάλοι οι Άγιοι αυτοί Πατέρες, πρώτον, στην εμπειρία της γνώσεως. Είναι γνωστές οι σπουδές του Μεγάλου Βασιλείου και του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου στο γνωστό τότε κέντρο των επιστημών, που ήταν η Αθήνα, καθώς και του Ιερού Χρυσοστόμου κοντά στο μεγάλο ρήτορα Λιβάνιο.
Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι δεν κατέκτησαν μόνο την ανθρώπινη γνώση και την επιστήμη της εποχής τους, που έχει σαν κέντρο τη διάνοια του ανθρώπου, αλλά κυρίως γνώρισαν-βίωσαν τη θεία και άνωθεν παιδεία, που κατέρχεται από τον Πατέρα των φώτων στην καθαρή καρδιά του ανθρώπου. Γιατί το Θεό δεν Τον γνωρίζει κανείς με τη λογική, αλλά μέσα στο χώρο της καρδιάς, σύμφωνα με το λόγο του Χριστού : «Μακάριοι οι καθαροί τη καρδία, ότι αυτοί τον Θεόν όψονται»2.
Θα σχολιάσει ο Άγιος Γρηγόριος Επίσκοπος Νύσσης : «Σε αυτόν που έχει αποκαθάρει όλες τις δυνάμεις της ψυχής του από κάθε είδους κακία, τολμώ να πω ότι, γίνεται φανερό το μόνο καλό από τη φύση του (δηλαδή, φανερώνεται ο Θεός), που είναι και η αιτία κάθε καλού και αγαθού»3.
Έτσι βίωσαν την παρουσία του Θεού, είδαν το Θεό ως φως, γνώρισαν το θέλημά Του και συγχρόνως τις αλήθειες της πίστεως, μελέτησαν εις βάθος και ερμήνευσαν σωστά και αλάνθαστα την Αγία Γραφή. Εκπλήσσεται κανείς όταν μελετά τα συγγράμματά τους, το πως ερμηνεύουν το λόγο του Θεού, έχοντας ως χειραγωγό το Πανάγιο Πνεύμα και όχι τις δικές τους θεωρίες. Γι αυτό ο λόγος τους είναι και παραμένει καθαρός, εμπειρικός, διαχρονικός • λόγος Αγίου Πνεύματος.
Δεύτερον. Χαρακτηρίζονται Μεγάλοι, γιατί διέθεσαν ολόκληρο τον εαυτό τους στη διακονία του Χριστού και του ανθρώπου. Ενώ γεννήθηκαν από εύπορες οικογένειες και μπροστά τους ανοιγόταν ο ορίζοντας της επιστήμης και της επιτυχημένης και λαμπρής σταδιοδρομίας στο επίγειο κοινωνικό γίγνεσθαι, εκείνοι προτιμούν να είναι διάκονοι του Χριστού-Εκκλησίας και του ανθρώπου.
Παραδίδουν ολόκληρο τον εαυτό τους στο Χριστό και στην Εκκλησία, γενόμενοι ταυτόχρονα συγκυρηναίοι του σταυρού των συνανθρώπων τους. Πόλος έλξεως στη ζωή τους ο Χριστός και κατ επέκταση ο άνθρωπος. Θα παρατηρήσει σχετικά ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος : «Χριστόν επισκεψώμεθα, χριστόν θεραπεύσωμεν, Χριστόν θρέψωμεν, Χριστόν ενδύσωμεν, Χριστόν συνάγωμεν, Χριστόν τιμήσωμεν»4.
Τα κηρύγματα, οι φιλανθρωπικές δράσεις τους, τα διάφορα ιδρύματα, όπως η βασιλειάδα στην Καισάρεια της Καππαδοκίας για την περίθαλψη και φροντίδα των πτωχών και των αδυνάτων, και κυρίως η γεμάτη θυσία ασκητική τους ζωή τους κατέστησε προκαθημένους της αγάπης. Στον κόσμο τούτο μεγάλος αναδεικνύεται όποιος γίνεται μεγάλος μιμητής του Κυρίου. Και οι τρεις αυτοί Ιεράρχες μιμήθηκαν τον Κύριο σε θαυμαστό βαθμό. Δεν κήρυξαν μόνο. Ζώστηκαν το λέντιο της αγάπης και υπηρετούσαν νύκτα-μέρα τους πεινασμένους και τους ασθενείς5.
Τρίτον. Αναγνωρίσθηκαν από όλους ως Μεγάλοι και στα θέματα της πίστεως και της υπερασπίσεως της ορθοδόξου αληθείας. Σύνθημά τους το «έως του θανάτου αγώνισαι περί της αληθείας, και Κύριος ο Θεός πολεμήσει υπέρ σου»6. Έτσι, διαφύλαξαν ανόθευτή την άπαξ τοις Αγίοις παραδοθείσαν πίστιν7 και την παρέδωσαν απαραχάρακτη και γνήσια στα πνευματικά τους παιδιά, αλλά και στις μεταγενέστερες γενιές, προκειμένου δι’ αυτής να παραμένουν και να προχωρούν στο σωστό δρόμο προς την απόκτηση της Βασιλείας των Ουρανών. Γιατί αν κανείς χάσει την αλήθεια η αστοχήσει σε θέματα πίστεως, δεν μπορεί να έχει στη ζωή του πνευματική υγεία και άρα να αποκτήσει τη σωτηρία.
Ο Μέγας Βασίλειος είναι συγκλονιστικός στην απάντησή του προς τον έπαρχο Μόδεστο, τον απεσταλμένο του αιρετικού αυτοκράτορος Ουάλεντος : «Εμείς οι Ορθόδοξοι, έπαρχε, είμαστε καλοί και ταπεινοί όσο κανείς άλλος. Όχι μόνο στο βασιλιά δεν φερόμαστε υπεροπτικά, μα ούτε και στον πιο μικρό άνθρωπο. Αν όμως τύχει να κινδυνεύει η πίστη στο Θεό, τότε περιφρονούμε τα πάντα, και αγκαλιάζουμε αυτή (την πίστη). Τότε η φωτιά, το ξίφος του δήμιου, τα θηρία και το ξέσκισμα της σάρκας μας με τα νύχια των βασανιστών φέρνει σε μας περισσότερο ευχαρίστηση παρά φόβο. Γι αυτό κάνε ό,τι θέλεις, ό,τι έχεις δικαιοδοσία. Βρίσε με, απείλησέ με όσο θέλεις. Ας το ακούσει όμως και ο βασιλιάς, δεν θα με καταφέρεις να δεχθώ την κακοδοξία, έστω κι αν με απειλήσεις χειρότερα8.
Μεγάλοι, λοιπόν, στη συνείδηση του πληρώματος της Εκκλησίας. Δημιούργησαν τη χρυσή εποχή της θεολογίας, συνδυάζοντας άριστα την πράξη με τη θεωρία. Αγαπούσαν το Θεό, υπερμαχούσαν για την αλήθεια της πίστεως, διακονούσαν και τον κουρασμένο οδοιπόρο αυτής της ζωής.
Σ αυτούς ακουμπάμε και σήμερα ζητώντας να μας δώσουν μία ακτίνα της χάριτος του Θεού που τόσο έχουμε ανάγκη.
Τους χρειαζόμαστε στη ζωή μας.
Είναι οι φωτεινοί οδοδείκτες μας.
Είναι οι οδηγοί μας προς τα άνω.
1 Ματθ. 5,19.
2 Ματθ. 5,8.
3 Αγίου Γρηγορίου Επισκόπου Νύσσης, Περί παρθενίας, κεφ. ια , ΕΠΕ 9,81.
4 Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, Λόγος ΙΔ Περί φιλοπτωχίας, κεφ. Μ , PG 35,909.
5 Στυλιανού Παπαδοπούλου, Η ζωή ενός Μεγάλου – Βασίλειος Καισαρείας, εκδ. Αποστολικής Διακονίας Αθήνα 1979, σελ. 259.
6 Σοφ.Σειράχ 4,28.
7 Ιουδ. 3.
8 Στ. Παπαδοπούλου, ο.π. σελ. 318.
Πηγή: http://www.imkastorias.gr/