Ενέργεια, τουρισμός, ακίνητα και υποδομές είναι οι τέσσερις άξονες επί των οποίων κινούνται οι ρωσικές επιχειρηματικές – επενδυτικές επιδιώξεις στην Ελλάδα. Ομως, αν και η συμμετοχή ρωσικών εταιρειών στο πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων είναι δεδομένη, όπως στον διαγωνισμό για τον ΟΛΘ και την ΤΡΑΙΝΟΣΕ, είναι επίσης σαφές πως η Μόσχα διατυπώνει προβληματισμό για τον «τρόπο» με τον οποίο σχεδιάζονται ή διενεργούνται οι διαγωνισμοί για τις αποκρατικοποιήσεις και για τα κατά πόσον το ευρύτερο θεσμικό πλαίσιο είναι επαρκώς φιλικό για τις ρωσικές επιχειρήσεις.
Για παράδειγμα, στον τομέα της ενέργειας το ενδιαφέρον είναι έντονο αλλά σκοντάφτει στις στρατηγικές επιλογές της Δύσης. Η Μόσχα επιδιώκει την ενδυνάμωση της ενεργειακής συνεργασίας στο μέτωπο των αγωγών. Μετά το ναυάγιο του Turkish Stream και της ελληνικής συνέχειάς του, εξαιτίας των κακών διμερών σχέσεων Ρωσίας – Τουρκίας, η Μόσχα προωθεί την εναλλακτική νότια όδευση αγωγών μεταφοράς ρωσικού φυσικού αερίου προς την Ευρώπη με βασικούς εταίρους την ελληνοϊταλική πλευρά.
Την ίδια ώρα, σύμφωνα με αξιόπιστες πηγές, η Gazprom εξακολουθεί να ενδιαφέρεται για την αποκρατικοποίηση της ΔΕΠΑ, παρά το ναυάγιο του προηγούμενου διαγωνισμού το 2013. Η πώληση του μετοχικού κεφαλαίου της ελληνικής εταιρείας φυσικού αερίου είναι μεταξύ των προγραμματισμένων διαγωνισμών για το επόμενο διάστημα, σε συνεργασία με τα ΕΛΠΕ που ελέγχουν το υπόλοιπο 35%. Ομως, όπως και το 2013, υπάρχουν ανησυχίες για το κατά πόσο οι Ευρωπαίοι θα αφήσουν να προχωρήσει μια ρωσική συμμετοχή ειδικά σε μια περίοδο τεταμένων σχέσεων.
Επιπλέον, γίνεται αντιληπτό πως επιχειρείται αυτές τις ημέρες να κλείσει το ζήτημα των αντισταθμιστικών που οφείλει από τη δεκαετία του ’90 η Ελλάδα στην Gazprom, επειδή η Αθήνα καθυστέρησε στην εισαγωγή ποσοτήτων φυσικού αέριου. Ενα σενάριο για την αποζημίωση της ρωσικής εταιρείας είναι αυτό που εμπλέκει τη μονάδα της ΔΕΗ στη Φλώρινα: να αποκτήσουν δηλαδή ρωσικά συμφέροντα πλειοψηφική συμμετοχή στη μονάδα Μελίτης Ι στη Φλώρινα –που έχει προβλήματα με την τροφοδοσία σε λιγνίτη, εξαιτίας της μη λειτουργίας του γειτονικού ορυχείου της Βεύης–, να παραχωρηθεί σε ρωσικό σχήμα η εκμετάλλευση του ορυχείου και τέλος να προχωρήσει η ρωσική πλευρά με δικά της κεφάλαια στην κατασκευή δεύτερης μονάδας, της Μελίτης ΙΙ. Ετσι εκτιμάται πως εξυπηρετείται και η απαίτηση της Ε.Ε. –αν και είναι αμφίβολος ο βαθμός συναίνεσής της– για να μειώσει η ΔΕΗ τα μερίδιά της στην αγορά και ικανοποιούνται οι ρωσικές απαιτήσεις.
Η ελληνορωσική οικονομική συνεργασία έχει όμως να αντιμετωπίσει και άλλα δύο μέτωπα. Κατ’ αρχήν την αδυναμία απορρόφησης της ισχυρής τουριστικής ζήτησης από τη Ρωσία, εξαιτίας των αργών ταχυτήτων με τις οποίες διεκπεραιώνουν τις αιτήσεις για βίζα οι ελληνικές προξενικές αρχές, και τις κυρώσεις που έχουν επιβληθεί από Ε.Ε. και Ρωσία, εκατέρωθεν, εξαιτίας των γεγονότων στην Ουκρανία. Ρώσικοι τουριστικοί οργανισμοί εκτιμούν πως θα είναι επιτυχία φέτος να σταθεροποιηθούν οι αφίξεις στην Ελλάδα στα περσινά επίπεδα, που είναι πολύ χαμηλότερα από αυτά του 2014 και του 2013. Οι δε επιβληθείσες από τη Μόσχα κυρώσεις στις ελληνικές εξαγωγές συνδέονται άμεσα με τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές και η Μόσχα δεν προτίθεται να επιφυλάξει ειδική μεταχείριση γα την Αθήνα.
Οσον αφορά την ευρύτερη επιχειρηματική συνεργασία η Μόσχα παραπέμπει στον Σεπτέμβριο και τη συνεδρίαση της διυπουργικής ομάδας συνεργασίας οπότε και σχεδιάζεται να έλθει στην Ελλάδα πολυμελής αποστολή επιχειρηματιών στο πλαίσιο και της ΔΕΘ. Σε κάθε περίπτωση διπλωματικές πηγές από τη Μόσχα υπογραμμίζουν στην «Κ» πως «ρωσικοί όμιλοι εξετάζουν διαρκώς την προοπτική επενδύσεων στην Ελλάδα τόσο στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης και στην ΤΡΑΙΝΟΣΕ όσο και στη ΔΕΠΑ, τη ΔΕΗ και στα ενεργειακά δίκτυα».
Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ/ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ