Στο στόχαστρο της Διεύθυνσης Εσωτερικών Υποθέσεων έχουν μπει οι αστυνομικοί που έχουν δεύτερη δουλειά εν αγνοία της υπηρεσίας τους.
Αξιωματικοί και αστυφύλακες, άλλοι λόγω της οικονομικής κρίσης και άλλοι απλά για να ενισχύσουν το εισόδημά τους, επιχειρούν να κάνουν… υπερωρίες προστατεύοντας επιχειρηματίες.
Σε υπόθεση που ήρθε σχετικά πρόσφατα στο φως από τους «αδιάφθορους» της ΕΛ.ΑΣ. κατηγορήθηκαν ένας αστυνομικός – συνοδός ασφαλείας κορυφαίου στελέχους της κυβέρνησης, ένας αστυνομικός – οδηγός υψηλόβαθμου αξιωματικού της Αστυνομίας και ένας ακόμη αστυνομικός που υπηρετεί στη Γενική Διεύθυνση Προστασίας Επισήμων. Αστυνομικές πηγές αναφέρουν ότι συνόδευαν επιχειρηματία και φυλούσαν τα κοσμηματοπωλεία και την οικία του. Ο άνθρωπος που τους κατήγγειλε ήταν ένας «σεκιουριτάς» που – όπως είπε- του πήραν τη δουλειά.
Η συγκεκριμένη υπόθεση δεν δημοσιοποιήθηκε, αντιθέτως δεν έγινε το ίδιο για δύο αστυνομικούς της ομάδας ΔΙ.ΑΣ. που φυλούσαν το σπίτι γνωστού μεγαλοξενοδόχου, μιας αστυφύλακος που έκανε δημόσιες σχέσεις και διοργάνωνε πάρτι σε γνωστό κλαμπ στο Γκάζι και κάποιων ακόμη ένστολων που εργάζονταν «πόρτα» σε νυχτερινά καταστήματα, ταξιτζήδες, ντελιβεράδες ή σερβιτόροι.
Παρότι δεν τηρούνται τα ίδια μέτρα και σταθμά στη δημοσιοποίηση των υποθέσεων, η δυσμενής οικονομική κατάσταση της χώρας, οι «κουτσουρεμένοι» μισθοί, έχουν εύλογα κοινωνική αντανάκλαση και στους ένστολους, με όλο και περισσότερους να απασχολούνται παράνομα σε διάφορες δραστηριότητες προκειμένου να συμπληρώνουν το εισόδημά τους.
Αρμόδιοι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. υποστηρίζουν ότι δεν έχει αυξηθεί ο αριθμός των παρανομούντων αλλά αυτός των ελέγχων εντοπισμού τους. Οι περισσότεροι αστυνομικοί που κάνουν «διπλή» δουλειά, συνήθως καταγγέλλονται από σεκουριτάδες, υπεύθυνους εταιρειών φύλαξης και ασφάλειας, δημοσιοσχεσίτες κλαμπ, ταξιτζήδες, σερβιτόρους και άλλους υπαλλήλους επιχειρήσεων, που έχασαν τη δουλειά τους, το «έργο», από τους ένστολους.
«Δεν έχουν σύμβαση»
Αστυνομικοί κύκλοι υποστηρίζουν πως η σύλληψη αστυνομικών που εργάζονται σε δεύτερες δουλειές, είναι μια ατέρμονη διαδικασία ιδίως αυτή την περίοδο, χωρίς καμία ουσία.
Οι περισσότεροι ένστολοι απαλλάσσονται στα ποινικά δικαστήρια, καθώς δεν προκύπτει οποιαδήποτε σύμβαση εργασίας με τον φερόμενο εργοδότη τους, ενώ και στα πειθαρχικά συμβούλια του Σώματος αποδίδονται μικρές ποινές, συνήθως χρηματικές, από τη στιγμή που έχουν απαλλακτικές αποφάσεις στο ποινικό σκέλος. Ουσιαστικά δεν μπορούν να στοιχειοθετηθούν ποινικές ευθύνες από τη στιγμή που ο «εργοδότης» δεν καταγγέλλει ότι έχει εργαζόμενο τον ένστολο, γιατί αν το κάνει θα κατηγορηθεί και εκείνος ότι έχει παράνομο εργαζόμενο αντιμετωπίζοντας μεγάλες ποινικές και διοικητικές κυρώσεις. Αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. αναφέρουν πως αν κρίνεται αναγκαία η αντιμετώπιση του φαινομένου «δεύτερης εργασίας» του ένστολου, τότε το αδίκημα πρέπει να γίνει μόνο πειθαρχικό και έτσι να αντιμετωπίζεται σε επίπεδο ποινών.
Φύλαγαν τον ξενοδόχο
Πρόσφατα συνελήφθησαν δύο αστυνομικοί, που υπηρετούν στην ομάδα ΔΙ.ΑΣ., γιατί φυλούσαν το πολυτελές σπίτι γνωστού επιχειρηματία, ιδιοκτήτη αλυσίδας ξενοδοχειακών συγκροτημάτων.
Οι δύο αστυφύλακες κατηγορούνται για παράβαση της νομοθεσίας για «ρύθμιση θεμάτων ιδιωτικών επιχειρήσεων, παροχής υπηρεσιών ασφαλείας και γραφείων ιδιωτικών ερευνών και για άσκηση επαγγέλματος παρά τη θέση τους ως αστυνομικοί», όπως συνηθίζεται για τους ένστολους με «δεύτερη δουλειά». Μαζί τους κατηγορείται και ένας λιμενικός (αρχικελευστής), ο οποίος δεν συνελήφθη λόγω παρέλευσης του αυτοφώρου. Αστυνομικές πηγές αναφέρουν ότι ο λιμενικός ήταν ο συντονιστής της παροχής υπηρεσιών ασφαλείας σε επιχειρηματίες.
Οι αστυνομικοί της Διεύθυνσης Εσωτερικών Υποθέσεων δέχθηκαν σχετικές καταγγελίες, τις οποίες επιβεβαίωσαν όταν πήγαν στη βίλα των βορείων προαστίων, εντοπίζοντας έξω από αυτή τους δύο αστυνομικούς. Όπως διαπιστώθηκε, κομβικό ρόλο διαδραμάτιζε ο αρχικελευστής του Λιμενικού ο οποίος ήταν εκείνος ο οποίος και συντόνιζε τις βάρδιες, όπως υποστηρίζουν οι «αδιάφθοροι». Οι δυο αστυφύλακες μετά τη σύλληψή τους τέθηκαν σε διαθεσιμότητα και σε βάρος τους κινήθηκε η πειθαρχική διαδικασία.