Γιατί οι Έλληνες μαθαίνουν σουηδικά, πορτογαλικά, τουρκικά και περσικά;

Η αγάπη για το σινεμά του Μπέργκμαν αλλά και ο θαυμασμός για την ποδοσφαιρική ιδιοφυΐα του Ρονάλντο. Το «κόλλημα» με τα τουρκικά σίριαλ. Αλλά και μια επιθυμία κατάκτησης του πύργου της Βαβέλ.

Αυτοί είναι μερικοί από τους λόγους που ωθούν πολλούς να μαθαίνουν γλώσσες, πέρα από τις δημοφιλείς της πρώτης γραμμής, όπως είναι τα αγγλικά, τα γαλλικά, τα γερμανικά, τα ισπανικά ή τα ιταλικά. Σε αυτήν την περίπτωση, τον πρώτο λόγο έχουν τα σουηδικά και τα νορβηγικά, τα πορτογαλικά και τα ουγγρικά, τα τουρκικά και τα περσικά.

«Θέλησα να ανακαλύψω τη γλώσσα που έκανε κινηματογράφο ο Ίγκμαρ Μπέργκμαν» λέει στο Αθαναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, η 43χρονη Κατερίνα, η οποία αποφάσισε φέτος να ξεκινήσει μαθήματα σουηδικών, ενώ μια στενή της φίλη προτίμησε τη γλώσσα του Ίψεν, δηλαδή τα νορβηγικά. «Είναι μια μελωδική αλλά και πολύ ιδιαίτερη γλώσσα» λέει η Κατερίνα γι’ αυτήν την πρώτη της επαφή με τα σουηδικά.

Όπως είχε την ευκαιρία να διαπιστώσει, οι δυσκολίες στην προφορά αφορούν τα φωνήεντα και όχι τα σύμφωνα όπως συμβαίνει για παράδειγμα με τα γαλλικά ή τα γερμανικά. «Αυτή η ιδιαιτερότητα είναι που τα κάνει για μένα ακόμη πιο γοητευτικά» προσθέτει.

«Ο βασικός λόγος εκμάθησης ξένων γλωσσών παραμένει ο βιοπορισμός. Οι περισσότεροι από τους μαθητές μας επιλέγουν αυτές τις γλώσσες επειδή σκοπεύουν να εργαστούν στο εξωτερικό» επισημαίνει από την πλευρά του ο Αδαμάντιος Καραρήγας, ιδιοκτήτης φροντιστηρίου ξένων γλωσσών. Όμως, προσθέτει ότι σε όλα τα τμήματα μπορεί να εντοπίσει κανείς αυτούς τους «εραστές των “μικρών” γλωσσών».

Είναι κάτι με το οποίο συμφωνεί ο Φαρούκ Τουντζάι, ιδιοκτήτης φροντιστηρίου ανατολικών γλωσσών στην περιοχή της πλατείας Κάνιγγος. Ο Φ. Τουντζάι είναι τουρκικής καταγωγής και ζει στην Ελλάδα από το 1982. «Με βάση την εμπειρία που έχω αποκομίσει όλα αυτά τα χρόνια μπορώ να πω ότι οι μαθητές μπορούν να χωριστούν σε διάφορες ομάδες ανάλογα με τους λόγους που επιλέγουν να μάθουν μια ξένη γλώσσα» σημειώνει.

Μια ομάδα, για παράδειγμα, είναι οι επαγγελματίες, όπως οι δικηγόροι και οι συμβολαιογράφοι. Με το κύμα των προσφύγων που δέχτηκε η Ελλάδα, έχουν αυξηθεί και εκείνοι που ασχολούνται με την ανακούφιση αυτών των ανθρώπων και επομένως ζητούν να μάθουν στοιχειωδώς τη γλώσσα για να μπορούν να συνεννοούνται και να επικοινωνούν μαζί τους.

Μια άλλη κατηγορία είναι τα μικτά ζευγάρια, οπότε ο ένας αποφασίζει να εντρυφήσει στη γλώσσα του άλλου, μια ακόμη οι ακαδημαϊκοί που μελετούν κάποια ξένη γλώσσα για επιστημονικούς λόγους. Υπάρχουν, όμως, και οι «χομπίστες».

«Έχουμε μαθητές που αφού ολοκληρώνουν τα βασικά μιας γλώσσας σε μία τριετία, ξεκινούν μια άλλη» εξηγεί ο Φαρούκ Τουντζάι. Αυτές συνήθως είναι γλώσσες όπως τα εβραϊκά, τα φαρσί, τα ουγγρικά, τα φινλανδικά, οι οποίες γίνονται αντικείμενο μελέτης από γλωσσομαθείς που γνωρίζουν τέσσερις, πέντε ή και περισσότερες γλώσσες. Ο ίδιος αναφέρει την περίπτωση ενός 70χρονου συνταξιούχου αεροπαγίτη, ο οποίος αποφάσισε να μάθει τουρκικά για καθαρά ψυχαγωγικούς λόγους.

Οι λόγοι δεν είναι πάντως οι ίδιοι με αυτούς που ωθούν κάποιες κυρίες, «μιας κάποιας ηλικίας» όπως διευκρινίζεται στο ΑΠΕ-ΜΠΕ από μεγάλο φροντιστήριο ξένων γλωσσών, να μάθουν την τουρκική γλώσσα. «Τα τουρκικά σίριαλ λειτούργησαν ως κράχτης προκαλώντας ένα ενδιαφέρον για την ίδια τη γλώσσα, πέρα από την πλοκή της ίδιας της ιστορίας». Ιδιαίτερη γοητεία φαίνεται ότι ασκεί και ο αραβικός πολιτισμός αφού δεν είναι λίγοι εκείνοι που επιλέγουν να μάθουν αραβικά για να ανακαλύψουν τον αραβικό κόσμο μέσα από τον πλούτο της γλώσσας του.

Στον ηλικιακό αντίποδα βρίσκονται νέοι άνθρωποι που δεν γοητεύτηκαν από τις περιπέτειες της Μπαχάρ, της πρωταγωνίστριας του ομώνυμου τουρκικού σίριαλ που προσπαθεί να χειραφετηθεί από τον Εφσούν, αλλά το ποδοσφαιρικό ταλέντο του Κριστιάνο Ρονάλντο καθώς και τις προπονητικές ικανότητες του Φερνάντο Σάντος και του Ζοζέ Μουρίνιο. «Πορτογαλικά ζητούν να μάθουν κυρίως οι φοιτητές που πηγαίνουν για σπουδές στην Πορτογαλία στο πλαίσιο των προγραμμάτων Erasmus. Τον δικό τους ρόλο παίζει πάντως και το ποδόσφαιρο» σημειώνει μιλώντας στο ΑΠΕ- ΜΠΕ καθηγητής Πορτογαλικών.

Οι υπεύθυνοι του φροντιστηρίου σημειώνουν ότι οι «ποδοσφαιρόπληκτοι» των πορτογαλικών φτάνουν τα είκοσι άτομα τον χρόνο, αριθμός καθόλου ευκαταφρόνητος δεδομένων των συνθηκών. Αλλά είτε ο κινητήριος μοχλός είναι το ποδόσφαιρο είτε τα σίριαλ και το σινεμά, ο σκοπός είναι ένας: η κατάκτηση εκείνου του πύργου της Βαβέλ που θα κάνει την επικοινωνία πιο εύκολη.

Πηγή: http://www.topontiki.gr/

Leave a Reply

Your email address will not be published.