Ποιος πόλεμος; Μόνο διασκέδαση!
Έτσι θα μπορούσαμε να συμπυκνώσουμε τη συναρπαστική έκθεση που παρουσιάζεται μέχρι και τον Νοέμβριο στο Βυζαντινό Μουσείο Θεσσαλονίκης. Σ΄αυτήν βλέπουμε μια εικόνα της πόλης φιλτραρισμένη μέσα απ’ την προπαγανδιστική ματιά των Γερμανών στρατιωτών που θέλησαν να παρουσιάσουν την εισβολή τους ως χαλαρό τουρισμό.
Ξεναγηθήκαμε από και συζητήσαμε με τους επιμελητές της έκθεσης Ιωάννη Μοτσιανό και Ηρώ Κατσαρίδου.
«Το Βυζαντινό Μουσείο συνήθως παρουσιάζει θέματα που έχουν να κάνουν με το Βυζάντιο και το βυζαντινό πολιτισμό» μας είπαν. «Ωστόσο, όλα αυτά τα χρόνια, από το ξεκίνημα της λειτουργίας του το 1994, ήταν ανοιχτό και σε άλλες ιδέες ώστε να παρουσιάζουμε θέματα που αφορούν γενικότερα την πόλη, και μάλιστα σε ένα παρόμοιο πλαίσιο, το 2012, είχαμε παρουσιάσει μια έκθεση για τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, για τη στρατιά της Ανατολής. Τώρα η έκθεση αυτή έρχεται ως συνέχεια, μέσα σε παρόμοια συμφραζόμενα, με κοινό παρανομαστή τον πόλεμο.»
— Πώς ξεκίνησαν όλα;
Είχαμε την ευτυχή συγκυρία να μας επισκεφθεί ο συλλέκτης Βύρων Μήτος το Φεβρουάριο του 2014, όπου μας έδειξε άλμπουμ με φωτογραφίες της συλλογής του, μια συλλογή η οποία αριθμεί ούτε λίγο, ούτε πολύ 3000 θέματα από όλο το βαλκανικό χώρο, τραβηγμένες απ’ τους Γερμανούς στρατιώτες, καθώς κατέβαιναν σιγά σιγά προς την Ελλάδα. (Στην Θεσσαλονίκη έφτασαν στις 9 Απριλίου). Η συλλογή του Μήτου αποτελείται από φωτογραφίες Γερμανών που υπηρέτησαν τη θητεία τους στην Ελλάδα στα χρόνια της γερμανικής κατοχής και είχαν αρχικά συλλεχθεί συστηματικά από ανώνυμο Γερμανό στρατιώτη. Σ’ αυτήν την έκθεση αποφασίσαμε να παρουσιάσουμε υλικό που σχετίζεται μόνο με τη Θεσσαλονίκη κι επιλέξαμε φωτογραφίες από έναν αριθμό 800 περίπου θεμάτων. Είτε στις οθόνες, είτε στις ψηφιακές κορνίζες, είτε στα tablet, είτε ως αυθεντικό υλικό (οι αυθεντικές φωτογραφίες που παρουσιάζονται είναι γύρω στις 170), συνολικά υπάρχουν στην έκθεση περίπου 400 φωτογραφίες.
— Εξεπλάγην πάντως βλέποντας τις εικόνες. Περίμενα να δω πόλεμο, δυστυχία, βομβαρδισμένα τοπία…
Βλέποντας κανείς τις φωτογραφίες όντως ξαφνιάζεται. Λέει «Ωπ! Ποια κατοχή; Ποιος πόλεμος; Ποιες δύσκολες συνθήκες;» Αυτές είναι τουριστικού χαρακτήρα αναμνηστικές φωτογραφίες! Μπαίνει λοιπόν μέσα ο επισκέπτης και είναι κυριολεκτικά έτοιμος να μας επιτεθεί γιατί κάναμε μια έκθεση με τελείως ανάλαφρες εικόνες για μια πόλη που βασανίστηκε ιδιαίτερα από τη γερμανική κατοχή, μια πόλη που πριν τον πόλεμο είχε στις τάξεις της την εβραϊκή κοινότητα που αριθμούσε 45 με 46.000 μέλη και μετά τον πόλεμο μόνο 2000 είχαν επιζήσει.
— Πώς προσεγγίσατε την ιδιαιτερότητα των φωτογραφιών;
Εννοείται ότι ο προβληματισμός μας όταν κληθήκαμε να παρουσιάσουμε αυτό το υλικό ήταν το πώς θα το δείξουμε. Το κλειδί της παρουσίασης, της ερμηνείας αυτού του υλικού είναι μία και μόνο λέξη αλλά με πάρα πολλές πτυχές: προπαγάνδα. Προπαγάνδα λοιπόν, η οποία ήταν οργανωμένη σε έναν εξαιρετικό βαθμό από το Τρίτο Ράιχ. 12.000 ήταν τα μέλη των μονάδων προπαγάνδας.
Ουσιαστικά ο Γκέμπελς τούς ήθελε πρώτα από όλα στρατιώτες και σε ένα δεύτερο επίπεδο τον καθένα από αυτούς τον ήθελε κινηματογραφιστή, φωτογράφο, ζωγράφο, σκιτσογράφο, κειμενογράφο – με δυο λόγια προπαγανδιστή.
Οι Γερμανοί ήξεραν πόσο σημαντική είναι η φωτογραφία, αφού ο Γκέμπελς έλεγε πως κάθε Γερμανός στρατιώτης ήταν υποχρεωμένος να έχει μια φωτογραφική μηχανή και, στην πραγματικότητα, να τη χρησιμοποιεί ως όπλο για τον πόλεμο της προπαγάνδας. Έκαναν μαθήματα, σεμινάρια για να μάθουν πώς να αποστρέφουν τα βλέμματά τους από τα δυσάρεστα θέματα. Στην πραγματικότητα, ο Γκέμπελς προέβλεψε κάπως όσα γίνονται σήμερα, με τις εταιρίες τηλεφωνίας και τα social media, όπου συχνά δεχόμαστε άκριτα όποια φωτογραφία μας παρουσιάσουν.
— Και τι έκαναν με το υλικό που βλέπουμε;
Αυτό το υλικό το συγκέντρωναν και το πρόβαλλαν μετά σε κινηματογράφους, για να δείξουν πώς ο γερμανικός στρατός έκανε περίπατο και απελευθέρωνε όλες τις πόλεις, τις έσωζε και τις μετέτρεπε σε μικρούς, χαρούμενους παραδείσους. Οι εικόνες προβάλλονταν σε διάφορες περιοχές, όχι μόνο στη Γερμανία αλλά και σε άλλες χώρες.
— Και στην Ελλάδα δηλαδή;
Και στην Ελλάδα! Επέταξαν τοπικούς κινηματογράφους, βάλανε πινακίδες από έξω και τους μετέτρεψαν σε στρατιωτικούς, σε κινηματογράφους για τους στρατιώτες. Το φωτογραφικό υλικό που συγκέντρωναν το παρουσίαζαν και στα επίσημα περιοδικά της προπαγάνδας. Σε αυτά τα περιοδικά συνυπήρχαν η πολιτική με την εμπορική προπαγάνδα, γιατί έπρεπε να πουλήσουν και πένες και κολόνιες όπως η περίφημη 4811, και φωτογραφικές μηχανές, όπως ήταν η AGFA ή η Leica. Την ώρα δηλαδή που έχει όλα αυτά τα θέματα σχετικά με τον πόλεμο και δείχνει τον “σκληρό και ανίκητο Γερμανό στρατιώτη” σε όλο τον κόσμο -και κυρίως στο εσωτερικό της Γερμανίας-, την ίδια ώρα έχουμε μέσα σε αυτά τα περιοδικά διαφημίσεις για τεχνολογικά προϊόντα, όπως για παράδειγμα ήταν τα προϊόντα της φωτογραφικής βιομηχανίας. Βρισκόμαστε σε μια πολύ σημαντική, μεταβατική εποχή για τη φωτογραφία, τότε που οι παλιές, μεγάλες, ακίνητες μηχανές αντικαθιστούνται απ’ τις μικρές, φορητές. Άρα, ο κάθε Γερμανός στρατιώτης μπορούσε να έχει μαζί του μια τέτοια φωτογραφική μηχανή.
— Υπάρχουν ελάχιστες φωτογραφίες της πόλης από εκείνη την εποχή και αυτές που παρουσιάζονται εδώ είναι πραγματικά σπάνιες…
— Είπατε προηγουμένως ότι τις φωτογραφίες τις έστελναν στη Γερμανία για να πείσουν τους πολίτες ότι όλα πάνε καλά. Είχα την εντύπωση ότι εμπιστεύονταν τον Χίτλερ τυφλά χωρίς να χρειάζεται να δουν πειστήρια, ή αποδείξεις ή φωτογραφίες από μακρινά μέρη. Υπήρχε δηλαδή αμφισβήτηση στο εσωτερικό;
Ας το θέσουμε με τον αντίστροφο τρόπο. Αυτές οι φωτογραφίες συντηρούσαν την εικόνα όχι του Γερμανού κατακτητή, αλλά του Γερμανού λυτρωτή όπως παρουσιάζεται στα περιοδικά προπαγάνδας. Όταν αρχίζουν οι απανωτές ήττες το 1943-44 αρχίζουν να δημοσιεύουν φωτογραφίες από τα πρώτα έτη, το 1941-1942 – γιατί έπρεπε να είναι ατσαλάκωτος ο Γερμανός στρατιώτης, να μπαίνει μέσα στην πόλη δείχνοντας ότι δεν έχει καταβάλει την παραμικρή προσπάθεια, γιατί τον υποδέχονταν και τον έραιναν με λουλούδια.
Είναι εντυπωσιακό ότι σε αυτά τα περιοδικά προπαγάνδας συνυπάρχουν άρθρα για τις περιοχές που κατέκτησαν μα και άρθρα που επεξηγούν τον ευεργετικό ρόλο της πλαστικής χειρουργικής και το πώς μια κυρία θα μπορούσε να δείχνει νεότερη. Πίσω από αυτό βέβαια κρύβεται το πολύ τραγικό ότι πάρα πολλοί θα ήταν αυτοί που είχαν υποστεί τραυματισμούς και τη χρειάζονταν την πλαστική χειρουργική.
Oι επιμελητές της έκθεσης μας εξήγησαν πώς κατόρθωσαν να ταυτοποιήσουν τα μέρη που απεικονίζονται στις εικόνες (με πολύ κόπο και εξονυχιστικές έρευνες) και μας έδειξαν δεκάδες ενδιαφέρουσες φωτογραφίες: Στρατιώτες που κολυμπούσαν ή έπαιζαν χαρούμενοι μουσικά όργανα, μεγάλα κτήρια της Θεσσαλονίκης που δεν υπάρχουν πια, Έλληνες χαμηλών στρωμάτων (ώστε να φαίνεται η υποτιθέμενη υπεροχή της Αρίας Φυλής), την πλατεία Αριστοτέλους με τα θερινά σινεμά της και τα θέατρα πριν χτιστεί το Ηλέκτρα Παλάς… Ειδικά οι φωτογραφίες χωρίς κόσμο που μας δείχνουν την αρχιτεκτονική της εποχής είναι τόσο σπάνιες και ενδιαφέρουσες που θα μπορούσαν να αποτελέσουν τη μαγιά για επόμενη έκθεση.
Μόνο καναδυό φορές σπάει η επίπλαστη μονοτονία της απόκοσμης ευτυχίας, όταν βλέπουμε ένα βομβαρδισμένο τοπίο, ή το κατεστραμμένο εβραϊκό νεκροταφείο. Ήταν απ’ τις φωτογραφίες που κανονικά δεν έπρεπε να εκτυπωθούν, κι όμως επέζησαν, και αποτελούν μια ευπρόσδεκτη παραφωνία σε μια συγκλονιστική έκθεση που φωτίζει τη σκοτεινότερη περίοδο της σύγχρονης Θεσσαλονίκης.
Ιnfo: 10/02- 6/11
Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού Λεωφόρος Στρατού 2, Θεσσαλονίκη Αίθουσα πολλαπλών χρήσεων “Ευτυχία Κουρκουτίδου – Νικολαΐδου”
Ωράριο: Κάθε μέρα 8:00 – 20:00
Πηγή: Lifo.gr