Παρακολουθώ με ενδιαφέρον τον σάλο που γίνεται αυτές τις μέρες για το Νόμπελ Ειρήνης στους Έλληνες νησιώτες. Είναι ένα θέμα που δεν μπορεί να σε αφήσει αδιάφορο. Λίγο αν το έχεις παρακολουθήσει, λίγες σκηνές αν έχεις δει από την τραγωδία που εκτυλίσσεται εδώ και καιρό στα νησιά, καταλαβαίνεις πως πρόκειται για κάτι ασυνήθιστο (με την έννοια ότι δυστυχώς δεν έχουμε συνηθίσει σε εικόνες αυτοθυσίας), κάτι που δεν θα το έκανε ο καθένας και η καθεμιά, κάτι που θέλει τόση ψυχική δύναμη για να το κάνεις και παράλληλα είναι και το αυτονόητο.
Διαβάζω για το Νόμπελ Ειρήνης. Ο δημιουργός του, Άλφρεντ Νόμπελ, ορίζει ότι το βραβείο αυτό πρέπει να δίνεται «στο πρόσωπο που είχε τη μεγαλύτερη συνεισφορά στην αδελφοποίηση των εθνών, στην κατάργηση ή τη μείωση των στρατιωτικών δυνάμεων και στη διεξαγωγή και προώθηση ειρηνευτικών διαδικασιών».
Διαβάζω μετά για ανθρώπους που το έχουν δίκαια αποκτήσει. Όπως ο Νέλσον Μαντέλα ή η μητέρα Τερέζα. Και για άλλους που κάθε άλλο παρά το άξιζαν και όμως το απέκτησαν. Όπως ο Αραφάτ και ο Ρούζβελτ. Και με έκπληξη διαβάζω πως έχει υπάρξει υποψήφιος για το Νόμπελ Ειρήνης ο Χίτλερ (!) και παθαίνω ναυτία, όχι τόσο για τον ίδιο – μιας και η υποψηφιότητα του απορρίφθηκε γρήγορα – όσο για όλους αυτούς τους συνεχιστές του που ζουν ανάμεσά μας και αν είχαν στοιχειώδεις γνώσεις να δείτε που θα το πρόβαλλαν ως επιχείρημα…
Και έπειτα έχουν λάβει το βραβείο η Διεθνής Αμνηστία, η Ευρωπαϊκή Ένωση, ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών, η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες και πολλοί άλλοι οργανισμοί. Η σκέψη μου πηγαίνει σε κάτι που είχα γράψει παλιότερα. Πρέπει να ήταν την εποχή που η Παλαιστίνη βομβαρδιζόταν συνεχώς και τα παιδιά σκοτώνονταν σαν στρατιωτάκια σε ηλεκτρονικό παιχνίδι. Παραθέτω το απόσπασμα: «Τον τελευταίο καιρό διάβασα πολλά για τον ΟΗΕ, για τη Διεθνή Αμνηστία, για άλλους διεθνείς οργανισμούς, για την αγόγγυστη προσπάθεια τους να διαφυλάξουν την παγκόσμια ειρήνη, για…για…για… Και όταν τελείωσα τα ακαδημαϊκά μου διαβάσματα κ γραψίματα, στα οποία τόσο πολύ επαίνεσα τα παραπάνω και εν μέρει έγινα κ εγώ κομμάτι αυτής της όμορφης κ καλοβαλμένης θεωρίας, διάβασα τις ειδήσεις, αυτά τα ωραία πράγματα που συμβαίνουν στον κόσμο. Σήμερα λοιπόν με μεγάλη μου λύπη κ ακόμη μεγαλύτερη απογοήτευση έρχομαι στα λόγια της Χούκλη: “Άχρηστες οι υπογραφές σας στις πάσης φύσεως Συμβάσεις κ Συμφωνίες. Κουρελόχαρτα… Κ μεις αναλώσιμοι”.-»
Δεν έχω πρόθεση να ισοπεδώσω τα πάντα ούτε να υποστηρίξω πως όλοι αυτοί οι οργανισμοί δεν έχουν συμβάλει σε τίποτα. Αναπόφευκτα, όμως, σκέφτομαι πως αν αυτοί έχουν πάρει το Νόμπελ Ειρήνης, δεν μπορεί κανείς να το στερήσει από τους νησιώτες και από όλους αυτούς που με τον έναν ή τον άλλο τρόπο δεν έμειναν αμέτοχοι ούτε απαθείς μπροστά στη φρίκη της προσφυγιάς.
Δεν είναι εύκολο να ξέρεις ότι έξω από την αυλή σου επιπλέουν πτώματα μωρών. Δεν είναι εύκολο να περισυλλέγεις σωσίβια που κάποτε είχαν μέσα ανθρώπους και τώρα τα ξεβράζει η θάλασσα άδεια. Δεν είναι εύκολο να βλέπεις μανάδες να πατούν στεριά χωρίς τα παιδιά τους και παιδιά να ψάχνουν με το βλέμμα μέσα στον χαμό για τους γονείς τους. Και να μην τους βρίσκουν. Δεν είναι εύκολο να βλέπεις σωρηδόν τις ανθρώπινες αξιοπρέπειες να κουρελιάζονται. Μια φορά να τα δεις αυτά, η ζωή σου αλλάζει για πάντα. Εικόνες που σε στιγματίζουν, σε στοιχειώνουν, σε κάνουν να σιχαίνεσαι τον κόσμο που ζεις και ταυτόχρονα, με συντριβή ψάχνεις τη δύναμη να μη γίνεις και εσύ κομμάτι του σιχαμένου κόσμου.
Κι ναι! Όλοι αυτοί οι νησιώτες που τώρα είναι παγκοσμίως το πρώτο θέμα στα ΜΜΕ τα έζησαν όλα αυτά όχι μία φορά, αλλά κάθε μέρα. Μήνες τώρα. Και βρήκαν τη δύναμη να διαχωρίσουν τη θέση τους από την απανθρωπιά, τη μισαλλοδοξία και το βόλεμα. Διαβάζω σε μια ηλεκτρονική εφημερίδα
«…αντικατέστησαν την ανεπάρκεια της πολιτείας και της τοπικής αυτοδιοίκησης». Μου φαίνεται τουλάχιστον γλυκανάλατο. Είμαι σίγουρη ότι κανείς δεν σκέφτηκε «Δεν μπορεί τώρα να κάνει κάτι το δημοτικό συμβούλιο, ας πάω να βάλω ένα χεράκι..». Δεν χωράνε τέτοιες επιφανειακές σκέψεις σε τέτοιες περιστάσεις. Απλά είδαν ανθρώπους να πνίγονται και ρίχτηκαν στη θάλασσα να τους σώσουν, είδαν παιδιά να πεινάνε και τα τάισαν σαν να ήταν δικά τους, είδαν ανθρώπους να κρυώνουν και τους έδωσαν ρούχα, τους άνοιξαν τα σπίτια τους, τους έκαναν να νιώσουν έστω για λίγο πως δεν είναι μόνοι και μόνες.
Και πως όπου υπάρχουν Άνθρωποι, υπάρχει και ελπίδα.
Να το πάρουν το Νόμπελ Ειρήνης, ρε παιδιά! Τους αξίζει!
Στέλλα Αναστασοπούλου