Σαν να ζει ξανά και ξανά την ημέρα της μαρμότας μοιάζει η Ελληνική Οικονομία, ευρισκόμενη διαρκώς εν μέσω διασταυρούμενων πυρών, επιχειρώντας παράλληλα να λύσει και η ίδια τις χρόνιες παθογένειες της.
Όσο πλησιάζουν οι ημέρες τις συνόδου του ΔΝΤ, όλοι οι παίκτες παίρνουν θέσης μάχης, βγάζοντας ξανά τα όπλα τους στον ήλιο προσπαθώντας να «τρομάξουν» την απέναντι πλευρά.
Ο άτυπος διάλογος που διεξάγεται τα τελευταία 24ωρα για την Ελληνική Οικονομία μεταξύ Ευρωπαϊκών Θεσμών και ΔΝΤ, δείχνει ότι για ακόμα μια φορά στην Ουάσιγκτον θα γίνει ένα σκληρό παζάρι προκειμένου να αποφασιστεί η τύχη της δεύτερης αξιολόγησης και του Ελληνικού προγράμματος.
Όπως και λίγες ημέρες πριν τη σύνοδο της περασμένης άνοιξης, έτσι και τώρα όλες οι πλευρές καταστρώνουν τα σχέδια τους προκειμένου να κάτσουν στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης προετοιμασμένοι.
Με τις δηλώσεις τους τα τελευταία 24ωρα οι Ευρωπαίοι και με την έκθεση για την παγκόσμια Οικονομία το Ταμείο, ξεκαθάρισαν ότι και οι δύο πλευρές δεν έχουν μετακινηθεί εκατοστό από τις ήδη γνωστές τους θέσεις. Με βάση αυτές θα κλιθούν να αποφασίσουν ποια στάση θα κρατήσουν οι δανειστές κατά τη διάρκεια της δεύτερης αξιολόγησης η οποία αναμένεται να ξεκινήσει σε μερικές ημέρες.
Η Ευρωπαίοι προσέρχονται με τη διατυπωμένη εδώ καιρό θέση για πιστή τήρηση του προγράμματος που συμφώνησαν με την Κυβέρνηση το καλοκαίρι του 2015. Αυτό σημαίνει ότι πέρα από τις διαπραγματεύσεις για την επίτευξη των στόχων του προγράμματος οι Ευρωπαίοι δανειστές δεν επιθυμούν να ανοίξουν καμία συζήτηση επαναδιαπραγμάτευσης των στόχων του πλεονάσματος, όπως και για τη μακροπρόθεσμη ρύθμιση του Ελληνικού χρέους.
Ο σκληρός Βόλφγκανγκ Σόιμπλε εν μέσω προεκλογικής περιόδου στο Βερολίνο, σε συνδυασμό με την «ωρολογιακή βόμβα» της Deutsche Bank και του μεταναστευτικού, το τελευταίο που θέλει είναι να εμφανιστεί στο εκλογικό του κοινό ότι ετοιμάζεται να κάνει ένα δώρο στην Ελλάδα, επαναδιαπραγματευόμενος το πρόγραμμα που εμφάνισε πριν από ένα χρόνο σαν λάφυρο στον Γερμανικό λαό.
Την ίδια στιγμή όμως θα πρέπει να λύσει και το γρίφο της παραμονής του ΔΝΤ στο Ελληνικό πρόγραμμα, κάτι που υποσχέθηκε στην κοινοβουλευτική ομάδα του κόμματος του προκειμένου να ψηφιστεί από τη Γερμανική Βουλή το τρίτο Ελληνικό μνημόνιο.
Η λύση του γρίφου όμως δεν είναι καθόλου εύκολη καθώς το Ταμείο βάζοντας τα ως προϋπόθεση για την παραμονή του επιμένει να φέρνει στο τραπέζι τα δύο θέματα που ο κ. Σόιμπλε αρνείται να συζητήσει.
Σε αυτό το πλαίσιο τις τελευταίες 15 ημέρες το ΔΝΤ κλιμακώνοντας την ένταση, ζητά μετ’ επιτάσεως λύση στο χρέος και επαναδιαπραγμάτευση των στόχων του πρωτογενούς πλεονάσματος, προκειμένου το πρόγραμμα να καταστεί βιώσιμο και το Ταμείο να παραμείνει στην Ελλάδα.
Κατά την εαρινή σύνοδο του ΔΝΤ, όπου και εκεί το Ταμείο έβαλε τα ίδια ζητήματα, η αντίσταση του κάμφθηκε κατά τη διάρκεια του «Ουάσιγκτον Γκρούπ» με αντάλλαγμα την πρόβλεψη της εφαρμογής του δημοσιονομικού «κόφτη» εφόσον δεν επιτευχθούν οι στόχοι του πλεονάσματος. Αυτή τη φορά και με δεδομένο ότι οι Ευρωπαίοι δεν θα υποχωρήσουν στο ζήτημα του χρέους, το Ταμείο επαναφέρει στο τραπέζι, μεταξύ άλλων, το Ασφαλιστικό ζητώντας και νέες περικοπές στις συντάξεις.
Εν μέσω αυτού του κλίματος η Αθήνα βλέπει ότι οι παραδοσιακοί της σύμμαχοι στην Κομισιόν έχουν αποδυναμωθεί, εξαιτίας κυρίως των ισορροπιών που θα πρέπει να κρατήσουν οι Βρυξέλλες εν όψει των εκλογών που υπάρχουν μπροστά.
Σε αυτό το κλίμα κύκλοι του υπουργείου Οικονομικών αναφέρουν ότι «η μόνιμη διαφορά ανάμεσα σε ΔΝΤ και τους ευρωπαϊκούς θεσμούς παραμένει το χρέος και τα πρωτογενή πλεονάσματα» και υπενθυμίζουν: «Το ΔΝΤ επέμενε ότι με τα μέτρα που πήρε η ελληνική κυβέρνηση δεν είναι εφικτό να έχουμε πλεόνασμα 3,5% το 2018 και ζητούσε και άλλα μέτρα τα οποία ουδέποτε και πάρθηκαν, καθώς υποστήριζε ότι με αυτά τα μέτρα (σ.σ που έχον συμφωνηθεί) η Ελλάδα θα είχε πλεονάσματα έως 1,5%».
Πηγή: huffingtonpost.gr